Υπάρχει ζωή και μετά την πτώση από το συννεφάκι σου.
Κάποτε ήμουν παιδί. Κάποτε όλα ήταν ροζ. Κάποτε όλα ήταν απλά. Από μωρό σχεδόν με ανέβασαν στο ροζ συννεφάκι μου και μου είπαν: «Από δω ο κόσμος φαίνεται ωραίος. Από δω όλα είναι καλά. Από δω δε θα σου συμβεί τίποτα κακό. Μείνε όσο περισσότερο μπορείς». Και εγώ υπάκουσα και έμεινα. Έμεινα όσο περισσότερο μπορούσα. Κοίταζα τον κόσμο από ψηλά και απολάμβανα.
Ήμουν ασφαλής. Οι άνθρωποι με αγαπούσαν και δε θα μου έκαναν ποτέ κακό. Ο κόσμος που με περίμενε ήταν γεμάτος ευτυχία και αγάπη. Γεμάτος εμπιστοσύνη και ασφάλεια. Ζούσα ανάμεσα σε πουπουλένια όνειρα και βαμβακερές αγκαλιές. Μα δε μου είχε μιλήσει κανείς για την πτώση… Δε μου είχε πει κανείς ότι η πτώση έρχεται από τους ίδιους τους ανθρώπους που εμπιστεύεσαι με κλειστά μάτια.
Αυτά τα κλειστά μάτια κάνουν όλη τη ζημιά. Δε βλέπεις, δεν υποπτεύεσαι, δεν πιστεύεις πως παραμονεύει οτιδήποτε κακό. Και κάπως έτσι, σε ένα ροζ κόσμο, πάνω σε ένα ροζ συννεφάκι, ένα κοpίτσι ανακαλύπτει για πρώτη φορά την εικόνα του κακού. Και διαλύεται όλο το ροζ και όλο το συννεφάκι. Πέφτει από εκεί ψηλά, τσακίζεται και πονάει. Πόνεσα είναι η αλήθεια. Όχι όμως από τις ανοιχτές πληγές. Αυτές με έκαναν να νιώθω ζωντανή.
Πόνεσα όμως επειδή έμαθα πως οι άνθρωποι κάνουν κακό, πως μπορούν και θέλουν να κάνουν κακό. Αυτό το κοpίτσι σήμερα το αγκαλιάζω με κάθε τρυφερότητα και του λέω: «Κοpιτσάκι, μη φοβάσαι. Ο κόσμος ήταν πάντα έτσι. Εσύ δεν μπορούσες να τον δεις από το ροζ συννεφάκι που σε ανέβασαν. Εσύ πίστεψες πως θα είσαι για πάντα ασφαλής. Δεν σου μίλησε κανείς για την πτώση γιατί η προσμονή της πληγώνει περισσότερο, γιατί η αναμονή σκοτώνει περισσότερο από την ίδια την πτώση…»
Και εκείνο μου απαντά με κάθε ειλικρίνεια: «Δε με ένοιαξε που δε μου μίλησε κανείς για την πτώση. Με ένοιαξε που δε μου μίλησε κανείς για τη ζωή μετά την πτώση. Αυτή είναι η πραγματική ζωή. Αυτοί είναι οι πραγματικοί άνθρωποι. Αυτή είμαι εγώ. Σε αυτόν τον κόσμο ήρθα για να ζήσω.» Έχουν περάσει χρόνια από εκείνη την πτώση.
Ακόμα έχω τις πληγές. Δεν έκλεισαν ποτέ. Αλλά δε θέλω να κλείσουν. Ήρθαμε σε αυτόν τον κόσμο για να αφήσουμε σημάδια. Άλλοι φροντίζουν να αφήνουν σημάδια αγάπης και άλλοι σημάδια πόνου.
Χρέος μας να μάθουμε να ξεχωρίζουμε ποιοι είναι ποιοι και με ποιους θα πορευθούμε. Περνώντας πια τα τριάντα χαίρομαι που έζησα εκείνα τα χρόνια πάνω στο ροζ συννεφάκι μου. Με έκαναν ρομαντική. Χαίρομαι επίσης και που έπεσα από το συννεφάκι μου, αυτό με έκανε ρεαλίστρια.
Νομίζω ότι σήμερα έχω ξεχάσει πια πώς ήταν πάνω σε εκείνο το ροζ συννεφάκι.
Είναι στιγμές που νοσταλγώ… Δε θα ήθελα να ξανανέβω όμως. Σήμερα είμαι μέσα σε μια φούσκα, ίσως σε μια απόχρωση του κόκκινου, και ανεβαίνω ψηλά στον ουρανό για να δω άλλα κοpίτσια που κάθονται πάνω στο ροζ συννεφάκι τους. Ξέρω ότι αργά ή γρήγορα θα πέσουν.
Θα χαράξουν τη δική τους πορεία. Σύντομα και εγώ θα πέσω από τη φούσκα που έχω ανέβει. Αλλά τώρα είναι επιλογή μου. Τώρα ξέρω ότι εγώ δημιούργησα αυτή τη φούσκα μέσα από όλα τα καλά που έχω ζήσει.
Τώρα έχω μια βελόνα και μπορώ να σπάσω μόνη μου τη φούσκα. Θα σπάσει από μέσα. Κανείς δε θα με ρίξει. Θα πέσω μόνη μου. Τώρα αντέχω να πέσω…
Τώρα ξέρω. Αντέχω να πέσω και να ξανανέβω, σε καινούρια φούσκα. Επιλογή μου να μπω και να ανέβω ψηλά, επιλογή μου να τη σπάσω και να φάω τα μούτρα μου. Επιλογή μου να δημιουργήσω ένα καινούριο ροζ συννεφάκι και να αφήσω την κόρη μου να ανέβει πάνω του. Επιλογή μου να αφήσω τη ζωή να τη ρίξει μόνη της. Επιλογή μου να της μιλήσω για τις βροχές που θα συναντήσει. Επιλογή μου να της δώσω τα “ειδικά γυαλιά” για να διακρίνει και να αντέξει τις αστραπές.
Επιλογή μου να της δείξω και τους δυο κόσμους. Χαίρομαι που γνώρισα και τους δυο κόσμους… Της Ματίνας Σταθάκη.