Στον άνδρα που σε ζητάει πίσω από εγωισμό, μη γυρίσεις ποτέ.
Της Στεύης Τσούτση.
Σε έχει πάντα στην αναμονή. Ξέρει τα συναισθήματα που τρέφεις γι’αυτόν κι απλά τα αγνοεί.Δεν είναι ακόμη ώρα για μας, σου λέει. Κι εσύ, ρομαντική καθώς είσαι και βαθιά επηρεασμένη από εκείνο το “είναι νωρίς μεσα στον κόσμο αυτό αγάπη μου να μιλώ για σένα και για μένα” του Ελύτη, περιμένεις.Χρόνια ολόκληρα τον περιμένεις. Ζεις στη σκιά του ξεχνώντας να ζήσεις στη δική σου σκιά. Αναπνέεις με τη δική του ανάσα, ξεχνώντας πως έχεις και δική σου. Κι ο καιρός περνά κι εκείνος δεν έρχεται. Μόνο κάτι ψίχουλα πετά που εσύ τα αρπάζεις λαίμαργα, με την ελπίδα πως αυτά θα είναι η αρχή για το κάτι περισσότερο. Μα τίποτα ξανά.
Κι εσύ ολοένα βυθίζεσαι στην ανυπαρξία. Ώσπου κάτι γίνεται. Κάποιος εμφανίζεται στο τοπίο σου. Κάποιος που δεν είναι εκείνος ο ένας που συνέχεια περιμένεις. Είναι διαφορετικός, σου ξυπνά το κοιμισμένο σου ενδιαφέρον για το άλλο φύλο. Ξαφνιάζεσαι. Λες δεν μπορεί, λάθος κάνω. Αλλά δεν κάνεις. Κι εκείνος ο άλλος επιμένει και σε πολιορκεί. Διψασμένη για αγάπη καθώς είσαι, ξεκινάς να το σκέφτεσαι, να μιλάς, να φλερτάρεις.
Προχωράς. Κρύβεις σε ένα ντουλάπι της μνήμης εκείνο το κόλλημα -όχι ότι το ξεπέρασες ποτέ αλλά προσπαθείς- και δοκιμάζεις. Και δοκιμάζεσαι. Κι ο άλλος; Εκείνος ο ένας που σε είχε αιωνίως στο περίμενε; Εκείνος μάτια μου με το που σε χάνει ψάχνει να σε βρει. Βαθιά μέσα σου αυτό περίμενες κι εσύ. Ότι θα σε εκτιμήσει όταν σε χάσει. Ότι τότε θα καταλάβει πόσα πολλά σημαίνεις γι’αυτόν και θα σου ζητήσει να είστε μαζί.
Σωστά μαζί, ερωτευμένα μαζί. Με τα πρώτα σημάδια ενδιαφέροντος ο “καινούργιος” χάνει λίγο λίγο τη λάμψη του. Γίνεται και κουραστικός μη σου πω, αποκτά κουσούρια που πριν δεν έβλεπες. Ίσως αλήθεια και να έχει. Σε κάθε περίπτωση όμως, ο παλιός είναι αλλιώς. Κι εσένα το κεφάλι σου ξαναγυρνάει προς τα εκεί που στην ουσία δεν έστριψε ποτέ. Γεμάτη ελπίδα περιμένεις την αλλαγή.
Εκείνος είναι θυμωμένος μαζί σου. Ζηλεύει, τσαλακώνεται. Κι εσύ το χαίρεσαι και ανοίγεις τα αυτιά σου περιμένοντας να σου πει “Παράτα τον άλλο κι έλα σε μένα”. Ζεις για εκείνη τη στιγμή, κάθε σου νεύρο την αποζητάει. Αλλά δεν έρχεται ποτέ. Γιατί εκείνος ο καραγκιοζάκος του περίμενε, εκείνος ο εγωιστής άνθρωπος γύρισε να μαζέψει πίσω το λάφυρό του, την καβάτζα του. Έχει το θράσος να λέει ότι σαγαπάει, ενώ δεν αγαπάει κανέναν…
Μόνο τον εαυτό του. Κι εσύ; Τι κάνεις εσύ; Φλερτάρεις με την ιδέα να γυρίσεις σε εκείνα τα βαλτωμένα νερά; Έλεος! Μην είσαι βλάκας. Δεν κάνεις για εκεί. Σε καμία γυναίκα δεν αξίζει ένας άνδρας που τη θέλει πίσω από εγωισμό. Πρέπει να αγαπιέσαι κορίτσι μου.
Το έχεις αυτό το δικαίωμα, πώς το λένε; Μη γυρίσεις. Μείνε μόνη. Την έμαθες άλλωστε καλά τη μοναξιά και δεν πρέπει να σε φοβίζει. Να τη σκέφτεσαι μόνο σαν ένα απαραίτητο μεταβατικό στάδιο μέχρι όλα εκείνα που αξίζεις…Θα τον βρεις το δρόμο σου. Δε σε φοβάμαι…