“Εμείς, η γενιά του ’90”
– Κατέβα να παίξουμε!
– Δεν μπορώ, έχω να περάσω αυτήν την πίστα στο candy crush.
Παραπάνω βλέπουμε ένα παράδειγμα ενός καημένου παιδιού που έτυχε να γεννηθεί στη λάθος δεκαετία. Πότε έπρεπε να γεννηθεί; Στα χρόνια του παιχνιδιού, με τα λασπωμένα ρούχα και τα ματωμένα γόνατα.
Όλοι εμείς που τα ζήσαμε τα κρατάμε σφιχτά με το φόβο μη μας τα κλέψουν. Εμείς λοιπόν που γεννηθήκαμε το ενενήντα είμαστε προικισμένοι με ένα θησαυρό, τα παιδικά μας χρόνια.
Οι μέρες μας ήταν γεμάτες. Γεμάτες με φωνές, γέλια και χώμα. Τότε δεν είχαμε κινητά. Χτυπούσαμε κουδούνια και φωνάζαμε απ’ τα μπαλκόνια. Λέγαμε ένα «μαμά πάω να παίξω» και φεύγαμε αγκαλιά με μια μπάλα. Και συνήθως αυτή η μπάλα ήταν το μόνο που είχαμε, αυτήν και τη φαντασία μας. Στις αυλές και στις αλάνες παίζαμε ό,τι παιχνίδι μπορούσαμε να σκεφτούμε με το τότε μυαλό μας. Κούτες και γωνιές μετατρεπόντουσαν σε αρχηγία και καλάμια στα δυνατότερα πολυβόλα. Η φαντασία μας γεννούσε κόσμους που ο άνθρωπος δε θα επισκεφτεί ποτέ, όμως, εμείς για λίγο ζούσαμε σε αυτούς. Γιατί εμείς γεννηθήκαμε στη δεκαετία της φαντασίας.
Τα αγόρια συνήθως έφτιαχναν στρατούς ολόκληρους που αποτελούνταν από δεκάδες μικρά πρασινωπά στρατιωτάκια. Παραταγμένα στο έδαφος, όχι σε κάποια επίπεδη οθόνη. Τα θυμάμαι να ασχολούνται ώρες για να καταφέρουν να βρουν μια καλή στρατηγική και μετά να ξεκινούν να επιτίθενται και να ασχολούνται με τόσο πάθος κι επιμονή που να σε κάνουν να πιστεύεις πως μπορεί φας καμιά σφαίρα ξώφαλτσα.
Φυσικά οι μάχες γινόντουσαν πιο σοβαρές όταν ήταν τα κορίτσια μπροστά. Όταν δε παίρνανε οι ίδιοι το ρόλο του στρατιώτη στη μάχη, γινόταν πανικός. Αυτοί κάνανε πως πολεμούσαν κι εμείς καθόμασταν να τους κοιτάμε σχολιάζοντας, κι όσο πιο πολύ γελούσαμε εμείς, τόσο πιο «σοβαρός» γινόταν ο πόλεμος. Άλλωστε στους πολέμους πάντα χρειάζονται νοσοκόμες για να παρηγορήσουν και να γιατρέψουν τους τραυματίες που πέσανε στη μάχη.
Κάπου εκεί είναι που μπαίνουν και τα πρώτα σκιρτήματα. Αυτά τα φλερτάκια που φυσικά δεν είχαν όλοι αλλά μόνο οι «προχωρημένοι» κι οι «κουλ». Τότε δεν είχαμε κινητά, δε στέλναμε μηνύματα ούτε αναπάντητες κάναμε. Κοκκινίζαμε αν κάποιος μας κρατούσε το χέρι και κοιτούσαμε γύρω μας έντρομοι μη μας δουν οι φίλοι μας. Στα πρώτα μας φιλιά φοβόμασταν μην ακουμπήσουν οι μύτες μας και τρέμαμε μήπως περάσει κανείς απ’ το πάρκο. Μα το χειρότερο ήταν τα σταθερά τηλέφωνα. Όταν ντρεπόμασταν τόσο να μιλήσουμε στη μητέρα του ατόμου που μας ενδιέφερε που αλλάζαμε πέντε χρώματα μέχρι να αποφασίσουμε να καλέσουμε αυτόν τον αναθεματισμένο αριθμό.
Όταν βγαίναμε έξω πηγαίναμε συνήθως στο περίπτερο της γειτονιάς με τα λεφτά στο χέρι για να αγοράσουμε λιχουδιές. Κι είχαμε τα πιο περίεργα γλυκά και ζαχαρωτά. Γιατί όλοι νομίζω θυμούνται εκείνες τις ροζ τσίχλες που ήταν τυλιχτές και κάθε φορά λέγαμε πως θα φάμε ένα κομματάκι και καταλήγαμε να έχουμε μέσα στο στόμα μας και τα πέντε μέτρα ζάχαρης. Ή τις τσίχλες τσιγάρα που μας κάνανε όλους να αγαπήσουμε την ιδέα του καπνίσματος. Τις αγοράζαμε και προσποιούμασταν πως καπνίζαμε τα πιο βαριά τσιγάρα και τα κρατούσαμε με στιλ, λες κι ήμασταν χρόνια καπνιστές. Το καλύτερο από όλα όμως ήταν οι καραμέλες τικ τακ, γιατί ας μην κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλο μας. Ήμουν κι εγώ μέσα σε αυτούς που τις έτρωγαν και νόμιζαν πως παίρνανε τα χάπια τους!
Η περίοδος εκείνη όμως δεν ήταν τόσο πίσω όσο φαίνεται. Είχαμε κι εμείς ηλεκτρονικά, αμέ! Εκτός από μπάλες, επιτραπέζια, γιο γιο και φυσοκάλαμα είχαμε και πιο εξελιγμένα παιχνίδια. Κλασική αξία για τους περισσότερους ήταν φυσικά το game boy και το play station 1 τα οποία μας κρατούσαν συντροφιά τις ώρες που οι μάνες μας μάζευαν στο σπίτι. Επιπλέον υπήρχε και το pac man world, το tetris και το bubble bobble που θεωρούνταν πολύ εξελιγμένα εκείνη την εποχή.
Για το τέλος όμως άφησα το πιο δυνατό επιχείρημα για να αποδείξω πως ήταν τα πιο όμορφα χρόνια. Είχαμε με διαφορά τις καλύτερες παιδικές ταινίες που έχουν δημιουργηθεί. Κι η απόδειξη είναι απλή. Το 1994 βγήκε ο Βασιλιάς των Λιονταριών (Lion king), η πιο συγκινητική παιδική ταινία όλων των εποχών. Εκτός από αυτό βέβαια υπάρχουν κι άλλα αξιόλογα έργα που μας έχουν στιγματίσει και μας βοήθησαν να αναπτύξουμε το χαρακτήρα μας.
Γιατί τότε από τα κινούμενα σχέδια παίρναμε αξίες. Η Παναγιά των Παρισίων μας έδειξε πως δεν έχει σχέση η εμφάνιση και δεν πρέπει να είμαστε προκατειλημμένοι. Η Πεντάμορφη και το Τέρας απέδειξαν πως στην αγάπη δεν υπάρχουν διαχωρισμοί. Ενώ η Λίλο και ο Στίτς μας δίδαξαν τι θα πει ohana και ohana θα πει οικογένεια.