Πονώ, με ακούς; Σ’αγάπησα και με πλήγωσες, ακούς;
Μέτρα κομμάτια. Κομμάτια δικά μου πεταμένα στο πάτωμα. Κομμάτια αγάπης που μου τη γύρισες πίσω προδοσία. Ναι, με πρόδωσες. Έριξες μια και τσάκισες τα πάντα. Εμένα, εμάς. Με ψέματα. Με υποκρισία. Και τώρα; Έρχεσαι να μου δώσεις εξηγήσεις. Έρχεσαι να μου δώσεις πίσω αυτό που νόμιζα ότι είχαμε. Μια αγάπη ειλικρινή, καθάρια. Νόμιζα. Δεν ήταν έτσι. Χτίζαμε στέρεα έλεγα κάθε τι που μας αφορούσε.
Χτίζαμε τη ζωή μας, το κοινό μας μέλλον. Ψέματα κι αυτό. Έχτιζα. Εγώ στην πέτρα κι εσύ στην άμμο. Με μια κλωτσιά που μου έδωσες βρέθηκα χάμω. Μόνο που δε γεύτηκα την πέτρα μου αλλά την άμμο σου. Κι εκεί κλονίστηκα. Τώρα; Τι γίνεται τώρα μου λες;Πως πάει μπροστά ένας άνθρωπος που έπεισε τον εαυτό του ότι δεν μπορεί χωρίς τον άλλο; Πως θα προχωρήσω εγώ που έλεγα ότι δεν μπορώ χωρίς εσένα; Δε θες να χωρίσουμε λες. Έχεις εξηγήσεις να δώσεις λες. Κι εγώ θα σε ακούσω. Όπως πάντα σε άκουγα. Στο στήθος μου όμως άνοιξε μια τρύπα. Νιώθω τον αέρα να περνάει. Νιώθω την ουσία μου ξεφεύγει από κει. Δε νιώθω. Πάγωσα αγάπη μου, αν μπορώ ακόμη να σε λέω έτσι. Αν όντως υπήρξες ποτέ η αγάπη μου και δεν ήταν κι αυτό μια πλάνη του εpωτευμένου μου μυαλού.
Τι ζήτησα; Μια ηρεμία και μιαν αγάπη. Και τα δυο μαζί σου τα θέλησα. Και νόμιζα τα πήρα. Κι έφτανε ένα γαμημένο ψέμα να με γκρεμίσει στην πραγματικότητα. Τι θα κάνω, μου λες; Θα σε συγχωρήσω; Μπορώ; Σπάει το κεφάλι μου κι άκρη δε βγάζει. Βράχνιασα από τα τσιγάρα έτσι όπως είμαι κι άμαθη στον καπνό. Τα ανάβω στη σειρά, έτσι για να έχω κάτι να ξεχνιέμαι. Κάτι να ξεσπώ για να μη φλερτάρω με τα ανοιχτά παράθυρα.Πονώ, με ακούς; Σ’αγάπησα και με πλήγωσες, ακούς; Φταις. Φταις. Μόνο που σ’αγαπώ πολύ για να σε βρίσω. ΄Σ’αγαπώ για να σου σπάσω τα μούτρα και να ρωτήσω στα ίσια γιατί μας διέλυσες. Να βρισκόταν μόνο ένας άνθρωπος να μου πει τι να κάνω. Να πάρει εκείνος το βάρος της ευθύνης για την απόφαση που πρέπει να πάρω. Φεύγω ή μένω; Συγχωρώ ή καταδικάζω; Και μετά; Εκείνο το γαμημένο μετά είναι που δε με αφήνει να δώσω μιαν απάντηση σε αυτό το ερώτημα που χτυπά στο μυαλό μου. Αν φύγω ποιο είναι το μετά χωρίς εσένα; Δεν υπάρχει μετά, λέει μια φωνούλα. Αν μείνω ποιο είναι το μετά με σένα; Δεν υπάρχει εμπιστοσύνη μετά, λέει η ίδια εκνευριστική φωνούλα. Κι εγώ στη μέση. Μόνο που τη σιχαίνομαι τη μέση.
Με μπερδεύει, με αποπροσανατολίζει, με αποσυντονίζει. Μόνο να κλαίω θέλω. Ναμαι κουλουριασμένη σε μια γωνιά του καναπέ και να μη θυμάμαι. Να ξεχάσω πως αποδείχτηκες κι αλλιώτικος από ότι πίστευα πως ήσουν. Μπορώ να ζήσω με αυτό το φορτίο; Μπορώ να ζήσω με σένα; Μπορώ να ζήσω χωρίς εσένα; Άτακτες σκέψεις, δίχως ειρμό, δίχως ροή έρχονται και με συνθλίβουν. Και πλησιάζει η ώρα που θα πρέπει να πάρω μια ρημάδα απόφαση.Ίσως αν σε κοιτάξω στα μάτια, να βρω την απάντηση. Το ελπίζω. Πολύ το ελπίζω.
Της Σ. που ακόμη ψάχνει τη λύση κι άκρη δε βρίσκει.