Αν πάρεις τον κόσμο στα σοβαρά, οδηγείσαι με μαθηματική ακρίβεια στην κατάθλιψη
Παρατηρώντας και ζώντας σ’ αυτό τον κόσμο, τα συμπεράσματα που βγάζεις παίρνοντας τον στα σοβαρά, σε οδηγούν με μαθηματική ακρίβεια στη κατάθλιψη. Βιωματικά και πρακτικά και όχι θεωρητικά, κατανοεί ο καθένας μας πως το απόφθεγμα «Γνώρισα τους ανθρώπους και αγάπησα τα ζώα» είναι η κοντινότερη προσέγγιση της εποχής.
Την κατάντια του ανθρώπινου είδους τη βλέπεις σε πάρα πολλές πτυχές της κοινωνίας, από το ότι δεν υπάρχει κανένας δισταγμός στο να θανατώσει άνθρωπος άνθρωπο, μέχρι τις διαπροσωπικές σχέσεις στις οποίες δεν υπάρχει βάθος ούτε κατά διάνοια. Οι σχέσεις είτε στηρίζονται στη χρόνια εξάρτηση είτε στο συμφέρον. Η φιλία είναι ένα σπάνιο είδος, πόσο μάλλον η εpωτική σχέση που περιέχει μέσα και τεράστιες δόσεις εγωισμού.
Για την πρώτη πτυχή του «ανθρώπου» που αφορά δολοφονίες (είτε με τη πρόφαση του πολέμου, της ομάδας, της θρησκείας κλπ) είναι κάτι που όσο και να μεγαλώσω, όση περισσότερη σοφία και να αποκτήσω, ποτέ δεν θα πάψει να μου προκαλεί έκπληξη το γεγονός πως αντί ο κόσμος τα 60-70 χρόνια της ζωής του να τα περνάει όμορφα γαλήνια στον πιο γεμάτο πλανήτη (απ’ όλες τις απόψεις) προτιμά να σκορπά το θάνατο, να καταστρέφει τη φύση, να δολοφονεί ζώα. Για ποιο λόγο; Ποτέ δε θα μάθω πραγματικά τι ψυχικά τραύματα επουλώνει ο καθένας απ’ αυτούς, κάνοντας ανεπανόρθωτο κακό στο συνάνθρωπο.
Η δεύτερη πτυχή που σίγουρα είναι πιο βαριάς μορφής γιατί τη βιώνουμε καθημερινά στον κύκλο μας και δεν τη βλέπουμε απλά στην τηλεόραση, είναι αυτή των διαπροσωπικών σχέσεων. Η αλήθεια είναι πως με το πέρας των χρόνων, μετά από συλλογή εμπειριών καταλήγεις στο συμπέρασμα πως ουσιαστικές και βαθιές ανθρώπινες σχέσεις δεν υπάρχουν. Σιγά σιγά βλέπεις γύρω σου την απαξίωση πολλών εννοιών, όπως της φιλίας, της συντροφικότητας ή της συνεργασίας. Ο άνθρωπος μεγαλώνει, αλλάζει και χάνεται. Πράγματα που ένωναν δύο ανθρώπους στο παρελθόν πλέον όχι απλά έχουν ξεθωριάσει, αλλά έχουν διαγραφεί εντελώς. Έτσι μένει μόνο η συνήθεια η οποία κάποια στιγμή θα ξεπεραστεί κ αυτή.
Το πρόβλημα σ’ αυτή τη περίπτωση είναι πως μεγαλώνοντας δυσκολεύεσαι ολοένα και περισσότερο να βάλεις καινούρια άτομα στην καθημερινότητα σου. Μπορεί να διευρύνονται οι ορίζοντες σου και να γίνεσαι διαλλακτικότερος στα στραβά της εποχής και των γύρω σου, αλλά πολύ δύσκολα συνυπάρχεις μαζί τους.
Ευτυχώς που στα δικά μου μάτια υπάρχουν δύο πολύ σημαντικοί παράγοντες που μας δίνουν πνοή κι ενέργεια και μας γλυτώνουν από τη ματαιότητα. Το ένα είναι η τέχνη και το άλλο ο έpωτας. Βέβαια τώρα που το ξανασκέφτομαι ο έpωτας αφορά κυρίως τους νέους ανθρώπους. Όσο μεγαλώνεις συνειδητοποιείς πως κι αυτός είναι εγωιστικός και υπερτιμημένος. Οπότε μένει μόνο η τέχνη, η οποία έχει τόσες πολλές μορφές, που είναι αδύνατον να μη βρεις κάτι να σε εκφράζει και να σε γεμίζει ενέργεια και ζωή. Μουσική, θέατρο, κινηματογράφος, ποίηση, ζωγραφική, φωτογραφία και φύση (κι αυτή τέχνη είναι).
Όλα είναι πράγματα που καθαρίζουν τελείως τον εγκέφαλο και σε κάνουν να δεις τη ζωή όμορφη(κι ας μην είναι). Χωρίς την ανάγκη αναγκαστικής συντροφιάς από ανθρώπους που δεν εκτιμάς ή δεν σε συνδέει τίποτα πλέον. Δεν είναι άσχημο πράγμα η μοναχικότητα όταν έχεις για φίλο τη μαγεία της τέχνης, ανακαλύπτεις στον εαυτό σου κρυμμένες γωνίες που δεν γνώριζες καν την ύπαρξη τους.
Βέβαια αν υπάρξει η σπάνια περίπτωση του να βρεθεί ένας άνθρωπος που θα έχετε πνευματική και συναισθηματική ταύτιση τόσο δυνατή που να περάσετε όλα τα παραπάνω μαζί, νομίζω πως θα είστε πολύ κοντά στο να αγγίξετε το θεό.
«Στενεύουν τα περάσματα, οι φίλοι μου φαντάσματα κι η πόλη μοιάζει γενικώς τάφος οικογενειακός»