Connect with us

Όταν ο άλλος σε κάνει να γελάς, άσχημο δε θα τον δεις ποτέ!

Πολλές φορές έχω σκεφτεί ποιο είναι το κλειδί για την καρδιά ενός ανθρώπου, για μια θέση μέσα της. Και πάντα καταλήγω στο ίδιο συμπέρασμα. Είναι το γέλιο. Γιατί, κακά τα ψέματα, δε θα μπορέσεις ποτέ ν’ αντισταθείς σε κάποιον που σε κάνει να γελάς.

Δε σας θέλουμε δίπλα μας μπιμπελό. Εντάξει, δε λέω καλό να είσαι όμορφος. Άσχημο, όμως, το να είσαι μόνο αυτό. Ανθρώπους να μας κάνουν να είμαστε ο καλύτερός μας εαυτός θέλουμε. Ν’ αγγίζουν την ψυχή μας και το μέσα μας. Να μας κάνουν να μας αρέσουμε, ακόμα κι όταν είμαστε η χειρότερή μας εκδοχή. Κι όλα αυτά τα καταφέρνουν οι άνθρωποι εκείνοι που μας κάνουν να γελάμε. Να τους αγαπάτε τους ανθρώπους αυτούς. Να τους αγαπάτε και να τους αγκαλιάζετε συχνά. Γιατί κι αυτοί θυσιάζουν κάτι απ’ το είναι τους για να κάνουν εσένα να νιώσεις καλά.

Το γέλιο είναι θεραπεία. Θεραπεία είναι και για μας οι άνθρωποι που ξέρουν να μας το δημιουργούν, που μπορούν να μας το φοράνε. Κάτι άνθρωποι τόσο ξεχωριστοί, που ξέρουν να κάνουν και τους άλλους να νιώθουν έτσι. Κάτι άνθρωποι που κλείνουν τις πληγές σου, που φωτίζουν τα σκοτάδια σου. Κάτι άνθρωποι που ξέρουν να σε κάνουν να σε αγαπάς λίγο παραπάνω. Κάτι άνθρωποι που γουστάρουν να σε βλέπουν καλά και θα κάνουν τα πάντα για ένα σου γελάκι. Που θα τσαλακωθούν για πάρτη σου, για να ξελαφρώσουν λίγο την ψυχή σου.

Τους ανθρώπους αυτούς, άσχημους δε θα τους δεις ποτέ. Δε γίνεται, άλλωστε. Πώς μπορείς να δεις άσχημο αυτόν που ομορφαίνει τις μέρες σου, αυτόν που ομορφαίνει τη ζωή σου; Πώς να δεις άσχημο αυτόν που έχει το χάρισμα να σε κάνει να γελάς ακόμα κι όταν δε θέλεις; Ακόμα κι όταν είσαι θυμωμένος μαζί του και θες να του ανοίξεις το κεφάλι;

Είναι κάτι άνθρωποι, που δεν έχει σημασία η συμμετρία του προσώπου τους ή το πώς είναι σχεδιασμένο το σώμα τους. Είναι κάτι άνθρωποι που ταιριάζουν οι ψυχές μεταξύ τους. Που κουβαλάτε τα ίδια μυαλά και την ίδια τρέλα. Που κουμπώνετε, που κλικάρετε. Που ακριβώς γι’ αυτό ξέρουν τον τρόπο να σε κάνουν να γελάς, ακόμα κι όταν είσαι στις μαύρες σου.

Κι η αλήθεια είναι  πως, όπως κι εσύ, έτσι κι εγώ ποτέ μου δεν κατάφερα ν’ αντισταθώ, σ’ ανθρώπους που όταν βρίσκονταν κοντά μου, ξόρκιζαν από πάνω μου κάθε ανασφάλεια και κάθε γελοίο μου κόμπλεξ. Δε γίνονταν να μην τους αγαπήσω τους ανθρώπους αυτούς. Ούτε μπόρεσα ποτέ να τους προσάψω κάτι, να τους κρατήσω μια κακία ή ένα παράπονο. Δεν είχα μέσα μου τέτοιου είδους αποθέματα γι’ αυτούς. Ούτε και τους ταίριαζαν.

Τους αγάπησα πολύ τους ανθρώπους εκείνους που μ’ έκαναν να γελάσω δυνατά, ηλίθια κι υστερικά. Και πάντα τους φύλαγα μια θέση ξεχωριστή μέσα μου. Τόσο ξεχωριστή, όσο κι αυτοί οι ίδιοι.

Ξέρω πως κι εσύ όταν γνώρισες ανθρώπους σαν αυτούς τα ίδια ένιωσες. Με τον ίδιο τρόπο τους αγάπησες και τους εκτίμησες. Την ίδια θέση έχουν στην καρδιά σου.

Είναι κάτι άνθρωποι, ζωή να ‘χουν να δίνουν και σε μας!

Advertisement