Όταν μεγαλώσεις δεν θέλω να γίνεις σαν εμένα, θέλω εγώ να γίνω σαν εσένα
Θα ‘θελα να ξορκίσω τον φόβο. Αυτό το αίσθημα που μου παγώνει τις πατούσες, στρογγυλοκάθεται σαν καρύδι στον λαιμό μου. Θα ‘θελα να μην φοβάμαι να τολμήσω, να αλλάξω, ν’ αποδομήσω. Τα σίγουρα, τα σταθερά, τ’ ακλόνητα.
Θα ‘θελα να ήμουν η κόρη μου κι ακόμα να μαθαίνω. Να κοιτώ με περιέργεια το καινούργιο, να το βάζω στο στόμα αμάσητο. Και όλοι γύρω μου, οι εμπειρογνώμονες, να ουρλιάζουν «μηηηηηη».
Θα ‘θελα να μπορούσα να βουτήξω στο σκοτάδι και έτσι στα τυφλά, να αναδυθώ στο πιο μαγικό μέρος του εαυτού μου. Κι ας είναι τρομακτικά. Θα ‘θελα να είχα εφιάλτες. Μόνο και μόνο για να τους υπερνικώ.
Την ζηλεύω που βλέπει λύκους, τέρατα και οι σκιές στον τοίχο την καταδιώκουν. Θέλω το μαγικό ραβδί της, αυτό το ασημί με τις ροζ φούντες, που λαμπαδιάζει όλα τα κακά με μία μόνο κίνηση. Θέλω τα καινούργια της σπορτέξ, τα εξοπλισμένα με αόρατες τουρμπίνες, που όταν τις ενεργοποιεί μ’ ένα απλό τσεύδισμα, της χαρίζουν ταχύτητες Τσιτάρα.
Θα ’θελα να χτυπάω τα γόνατα, τους αγκώνες κι ένα φιλί να επουλώνει τις πληγές μου σαν το δάκρυ του Φοίνικα κι εγώ να το βλέπω να συμβαίνει. Η ακόμα εκείνη την κρέμα, που μπορεί απέξω να λέει Frezyderm, αλλά εγώ ξέρω ότι έχει νεραϊδόσκονη σαν βασικό συστατικό κι αυτό κάνει την διαφορά.
Θα ‘θελα να ψηλώνω και όλα γύρω μου να μικραίνουν.Θα ‘θελα να «μην θέλω» και να μην πειράζει. Να «μην πρέπει» και όλα καλά. Θα ‘θελα να μην μπορώ να κρατήσω μυστικό και να λέω ακριβώς αυτό που σκέφτομαι και να είμαι χαριτωμένη και ειλικρινής.
Θα ‘θελα να βουτάω σε όλες τις νερολακκούβες και να μετράω ένα ένα τα φρεάτια της ΕΥΔΑΠ, ενώ έχω πέντε λεπτά στην διάθεσή μου μέχρι να χτυπήσει το κουδούνι. Θα ‘θελα να μην με νοιάζει κανένα κουδούνι. Σχολείου, πόρτας, ξυπνητηριού. Θα ΄θελα να μην ξέρω να διαβάζω την ώρα και να μην καταλαβαίνω τι είναι το «παρά τέταρτο».
Θα ‘θελα να τραγουδάω παράφωνα και δυνατά το «θα σπάσω κούπες» στο σουπερμάρκετ, να βγαίνω έξω από τις γραμμές με τις μπογιές μου, έξω από τις γραμμές στα γράμματά μου, έξω από τις γραμμές της ασφάλειας και της τάξης. Της λογικής και της κοινωνίας.
Γιατί θα ‘θελα να ήμουν παιδί και να μην φοβάμαι τα ανούσια, τα δευτερεύοντα. Αλλά τα ουσιώδη. Είναι καλό να φοβάσαι τα ουσιώδη, γιατί έτσι επιβιώνεις. Αν φοβάσαι τα άλλα, πεθαίνεις όλο και πιο γρήγορα.