Οι γιαγιάδες που μας μεγάλωσαν
Παλαιότερα, σε μια τυπική οικογένεια, ο πατέρας εργαζόταν και η μητέρα ήταν η υπεύθυνη για το νοικοκυριό, καθώς και για την ανατροφή των παιδιών.
Στη σύγχρονη πλέον εποχή, τα δεδομένα έχουν αλλάξει ριζικά. Η γυναίκα συμμετέχει ενεργά σε όλους τους τομείς, με αποτέλεσμα τα παιδιά να μεγαλώνουν και με τη βοήθεια άλλων μελών της οικογένειας. Γιαγιάδες και παππούδες είναι οι πρώτοι υποψήφιοι. Το βάρος φυσικά και πέφτει στη γιαγιά, το μητρικό ένστικτο υπερισχύει και η φράση «του παιδιού μου το παιδί, δυο φορές παιδί μου» εφαρμόζεται κι αποδεικνύεται καθημερινώς.
Πώς θα ήταν άραγε, ο κόσμος χωρίς τις γιαγιάδες μας; Ποιος θα μας φώναζε, να φάμε μέχρι και την τελευταία μπουκιά από το πιάτο μας καθώς, όπως εκείνη λέει, είναι η δύναμή μας; Ποιος θα μας μάθαινε, να μην τα παρατάμε ποτέ και πάντα να επιμένουμε; Να μην ξεχνάμε ποιοι είμαστε;
Είναι εκείνες που μας υπενθυμίζουν, όταν πάνω στην φούρια μας να φύγουμε βιαστικά από το σπίτι, να πάρουμε ζακέτα μαζί. Κάνουν απίστευτα φαγητά, τόσο που ακόμη και ο καλύτερος σεφ του κόσμου δεν μπορεί να τα κάνει ίδια. Κι αργότερα, όταν πάμε να μαγειρέψουμε, την παίρνουμε τηλέφωνο και τη ρωτάμε τη συνταγή για εκείνη την φοβερή πίτα που τρελαινόμαστε και ποτέ δεν είχαμε μπει στην διαδικασία να μάθουμε πώς γίνεται. Ποια θα μας έφτιαχνε γλυκά του κουταλιού και μαρμελάδες;
Από πού θα έπαιρνες το όνομά σου; Όσο συνηθισμένο ή σπάνιο κι αν είναι. Αν πάλι δε σε βάπτισαν με το δικό της όνομα, τρέφεις τέτοια συναισθήματα για εκείνη, που για να την τιμήσεις αύριο μεθαύριο θα θέλεις να το δώσεις στο παιδί σου.
Εκείνη που σε μεγάλωσε, που σε τάιζε από μωρό με το μπιμπερό μέχρι την ώρα που παντρεύτηκες, έκανες κι εσύ παιδιά και σου έφερνε την κατσαρόλα με το φαγητό στο σπίτι. Γιατί ήξερε την κούρασή σου κι ακόμα και τώρα είναι εκεί, δίπλα σου. Είναι εκείνη που όταν έχεις τα κάτω σου, θα σε καταλάβει πρώτη από όλους. Όταν πια καταφέρει να βγάλει το λαβράκι για το τι έχεις, θα σου πει με τη γλυκιά της φωνή πως δεν αξίζεις τίποτα από όσα περνάς.
Η γιαγιά κάθε φορά που θα σε δει, θα σου δώσει χαρτζιλίκι. Εσύ θα κάνεις πως αρνείσαι και τότε εκείνη θα τα βάλει στην τσέπη σου. Θα σου ζητήσει μάλιστα, να μην το πεις πουθενά και αυτό θα είναι ένα από τα μυστικά σας.
Δεν είναι όμως και λίγες οι φορές που θα τσακωθείτε, μην την ξεσυνερίζεσαι. Η γενιά της στερήθηκε πολλά και έτσι τώρα θέλει όλα εκείνα που δεν έζησε αυτή, να τα χαρείς εσύ. Θέλει να αποκτήσεις την κατάλληλη παιδεία, να πετύχεις στην ζωή σου άντε και να πάρεις ένα καλό παιδί ή μια καλή κοπέλα και να κάνεις την ιδανική οικογένεια για αυτό κάθε λίγο επιμένει στην ερώτηση «Πότε θα παντρευτείς;». Ευτυχισμένο σε θέλει, να σε καμαρώνει θέλει.
Δεν ήταν υποχρεωμένη να είναι μια ζωή από πίσω σου και να σε νταντεύει. Έχεις αναρωτηθεί αν εσύ της ανταποδίδεις όλα όσα έχει κάνει για σένα; Οι γιαγιάδες δε θέλουν τίποτα περισσότερο από αγάπη.
Πάρε λοιπόν τώρα την γιαγιά σου τηλέφωνο και πες της ένα μεγάλο «ευχαριστώ» κι ένα ακόμα μεγαλύτερο «σ’αγαπώ». Μην αφήνεις τον χρόνο να περνά, γιατί θα έρθει η στιγμή που θα είναι πολύ αργά και τότε θα χτυπάς το κεφάλι σου στον τοίχο. Απομεινάρια αναμνήσεων θα έχουν μείνει στο μυαλό σου και εσύ θα σκέφτεσαι γιατί όταν έπρεπε να ήσουν δίπλα της είχες μείνει άπραγος.
Ξέρεις, υπάρχει πλήθος ανθρώπων εκεί έξω, που θα ήθελαν τη γιαγιά τους έστω και για λίγα λεπτά. Να την αγκαλιάσουν, να της πουν συγνώμη για τότε που δεν έβρισκαν χρόνο να την επισκεφθούν. Αν είσαι από τους τυχερούς δράσε, αν πάλι όχι, μη σε παίρνει από κάτω.Σήκωσε το κεφάλι σου, κοίτα ψηλά στον ουρανό και πες της όλα αυτά που έχεις μέσα σου. Πάλι κάπου εκεί θα είναι, για να σε προσέχει όπως πάντα, μόνο που τώρα δεν την βλέπεις. Μην ξεχνάς, κανείς δεν πεθαίνει όσο βρίσκεται μέσα σου.
Για τη δική μου γιαγιά…
Επιμέλεια Κειμένου Μαρίας Καλλιοντζή: Σοφία Καλπαζίδου