“Να φεύγεις αν σου δίνουν λιγότερα απ’ αυτά που αξίζεις”
Θυμάσαι την τελευταία φορά που έζησες; Και όχι δεν αναφέρομαι σε κάποια προηγούμενη ζωή ή κάτι τέτοιο. Λέγε, ξέρεις πότε ήταν; Τότε που είχες αφεθεί και ζούσες στο έπακρο με όλο σου το είναι εκείνον τον έpωτα.
Τότε που χρησιμοποιούσες και τις πέντε αισθήσεις σου ταυτόχρονα. Που άγγιζες το χέρι του, μύριζες το άρωμά του, τον κοιτούσες στα μάτια, κρεμόσουν από τα χείλη του να ακούσεις τι θα σου πει και γευόσουν το φιλί του.
Εκείνον τον έpωτα που σε έκανε να χάσεις εκτός από τον μπούσουλα και κάποια κιλά, και την εμπιστοσύνη σου στο αντίθετο φύλο. Και μετά από εκεί το χάος. Το τίποτα. Άνοιξε πέτρα για να μπω, και να μην ξαναβγώ.
Έκτοτε δε θέλεις να ακούς για έpωτες ούτε με σφαίρες. Κοντά στο χυλό, φυσάς και το γιαούρτι. Οτιδήποτε κινείται γύρω σου είναι εχθρός. Σκέφτεσαι πως όλοι είναι το ίδιο και τους τσουβαλιάζεις με σιγουριά που σκοτώνει.
Οπότε πριν βγάλουν το όπλο τους και στοχεύσουν κατευθείαν στην καρδιά, φροντίζεις να το κάνεις εσύ πρώτος. Εξ’ επαφής. Άσχετα αν απέναντί σου βρίσκεται ο εν δυνάμει άνθρωπος της ζωής σου. «Καλύτερα να πληγώνεις, παρά να πληγώνεσαι» λες με ύφος επτά καρδιναλίων.
Συγχαρητήρια, κερδίζεις το πρώτο βραβείο ανωριμότητας και γαϊδουριάς. Δύο σε ένα στα δίνω γιατί είμαι large. Και έτσι αναλώνεσαι στο να χτίζεις άμυνες μην αφήνοντας τον εαυτό σου ελεύθερο να τo ζήσει. Και αντί να κλείσεις τα μάτια, να δείξεις εμπιστοσύνη και όπου σε πάει, προτιμάς να ζεις σε ένα αποστειρωμένο περιβάλλον, σε μια γυάλα, εξαιτίας του φόβου του να ξαναπληγωθείς και των τεράστιων ανασφαλειών σου.
Τώρα αν νομίζεις ότι ζεις με αυτόν τον τρόπο, με ‘γειά σου και χαρά σου.
Εκτός από την ήδη καμμένη γούνα σου, μου μυρίζει δειλία ή είναι ιδέα μου;
O έpωτας είναι σαν ένα φλιτζάνι καφέ. Ή θα τον μισοπιείς στο ένα πόδι παριστάνοντας τον πελεκάνο και δε θα τον ευχαριστηθείς ή θα καθίσεις αναπαυτικά και θα τον απολαύσεις έστω κι αν σου έρθει και κατακάθι.
Και σ’ αυτό το φλιτζάνι, εκτός από ζάχαρη θα βάλεις ακόμη ένα βασικό συστατικό. Την αγάπη. Όχι την επιφανειακή, την ψεύτικη. Την άλλη. Εκείνη που δε γνωρίζει περιορισμούς και δε χωρά εγωισμούς, που δε δανείζεται και ξαναπαίρνεται πίσω, που υπομένει και επιμένει. Εκείνη που δίνει ευκαιρίες και συγχωρεί. Όποιος την εκτιμήσει καλώς, αλλιώς από εδώ πάνε και οι άλλοι. Αυτή την αγάπη να δίνεις με όλη σου την ψυχή και να την δείχνεις με χίλιους δυο τρόπους.
Μέχρι και εκείνη ακριβώς την στιγμή που υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να συνειδητοποιήσεις πως ο θησαυρός τελικά ήταν άνθρακες. Που θα καταρρεύσει η εικόνα που είχες για εκείνον. Που θα τον απομυθοποιήσεις. Που θα καταλάβεις ότι δεν ήταν αντάξιος της αγάπης σου. Ότι ζητούσε μόνο, χωρίς να είναι διατεθειμένος να δώσει το παραμικρό.
Πόνταρες σε κουτσό άλογο και μην περιμένεις να βγάλει την κούρσα. Είναι αδύνατο.
Δεν μπορείς λοιπόν, να σπαταλάς τον χρόνο σου με συναισθηματικά κενούς ανθρώπους. Και εδώ δεν τίθεται θέμα εγωισμού αλλά αξιοπρέπειας. Γι΄αυτό σου λέω. Όταν βλέπεις πως ο άνθρωπος που έχεις δίπλα σου είναι ένα κράμα τύπου σφυρίζω αδιάφορα-δεν ξέρω τι μου γίνεται-όπου φυσάει ο άνεμος-καραβάκια αρμενίζουν στο Αιγαίο, μάλλον ήρθε η ώρα να του κουνήσεις το μαντήλι και ώρα καλή στην πρύμνη του και αέρα στα πανιά του. Τόσο απλά. Χωρίς φωνές και υστερίες. Άλλωστε εκείνος χάνει και όχι εσύ.
Οπότε δεν αξίζει να διαταράσσεις την ψυχική σου ηρεμία ούτε το κάρμα σου. Μεγάλη η χάρη του! Αν πάλι θέλεις να ξεσπάσεις βρε παιδί μου έτσι για το γαμώτο και γιατί το έντονο ταπεραμέντο σου χτύπησε κόκκινο και κοντεύεις να εκραγείς, κατέβασε του τη μούρη και ρίξε και κάνα δυο μπινελίκια. Αν αυτό σε κάνει να νιώθεις καλύτερα, τι να σου πω;
Επιμέλεια Κειμένου Ειρήνης Τρίγκα: Σοφία Καλπαζίδου