«Ν’ αγαπάς τους φωτεινούς ανθρώπους»
Κάθε φορά που βρισκόταν μπροστά μου ένα ποτήρι νερό που δεν ήταν ούτε γεμάτο, μα ούτε κι άδειο, σκέφτόμουν πως θα το χαρακτήριζα. Μισογεμάτο η μισοάδειο; Κατέληξα σε δυο πράγματα. Πρώτον πως αν είναι κάτω από τη μέση το βλέπω μισοάδειο, ενώ αν είναι πάνω από τη μέση του ποτηριού μισογεμάτο.
Δεύτερον πως δεν έχει καμία σημασία η ταμπέλα που θα βάλω στο ποτήρι. Όπως και να το δεις άλλωστε, πάλι μισό κάτι θα είναι. Το μόνο που έχει σημασία είναι το ποτήρι να αδειάζει και να το ξαναγεμίζεις. Το θέμα είναι να μην σταματήσεις να διψάς. Όσο διψάς το ποτήρι θα γεμίζει.
Ν’ αγαπάς τους ανθρώπους που κρατούν γεμάτα ποτήρια στα χέρια τους. Εκείνους που για να ξεδιψάσουν πρέπει να πιουν ολόκληρο το ποτήρι, μέχρι την τελευταία σταγόνα, κι ας αδειάσει. Εκείνους που δεν αφήνουν τα ποτήρια τους μισά από φόβο μήπως και δεν καταφέρουν να τα ξαναγεμίσουν.
Εκείνους που αν χρειαζόταν, θα έσκαβαν τη γη με τα χέρια τους για να βρουν νερό και να ξαναγεμίσουν το ποτήρι. Εκείνους που ο μόνος τρόπος για να πιουν μισό ποτήρι νερό, είναι γιατί θέλησαν να το μοιραστούν με κάποιον άλλο. Εκείνους που κάθε φορά που αδειάζουν το ποτήρι τους χαμογελούν με ευχαρίστηση. Εκείνους που ακόμα κι όταν ξέρουν πως πίνουν το τελευταίο τους ποτήρι, αναφωνούνάσπρο πάτο.
Ν’ αγαπάς κι εκείνους που σου λένε καλημέρα με την καρδιά τους, όχι με το μυαλό τους. Εκείνους που αν η ζωή ήταν ρουλέτα θα πόνταραν όλα τους τα λεφτά στην επόμενη μέρα, γιατί πάντα θα νιώθουν πως θα είναι η καλύτερη . Εκείνους που σε παρασύρουν στη χαρά, όχι στη θλίψη. Εκείνους που λένε δεν πειράζει, όχι δε με νοιάζει.
Εκείνους που χορεύουν στη βροχή, χωρίς να τους νοιάζει αν θα βραχούν. Εκείνους που ονειρεύονται, χωρίς να χρειάζεται να κλείσουν τα μάτια. Εκείνους που όταν θέλουν κάτι, επιμένουν πως γίνεται.
Εκείνους που όταν χαμογελούν, λάμπουν τα μάτια τους. Εκείνους που περπατούν προς τα πίσω μόνο για να πάρουν φόρα. Εκείνους που φτιάχνουν σχέδια στην άμμο κι όταν τα χαλάει το κύμα χαμογελούν, γιατί εκείνοι βλέπουν το σχήμα τους ν’ αλλάζει, όχι να χαλάει.
Ν’ αγαπάς εκείνους που χαμογελούν λίγο παραπάνω. Εκείνους που γίνονται φίλοι με τον ήλιο και φωτίζουν τις μέρες σου. Εκείνους που πιστεύουν πως ο κόσμος μπορεί να γίνει καλύτερος. Εκείνους που ξέρουν πως η ζωή είναι πρεμιέρα, χωρίς πρόβες και δίνουν καθημερινά τον καλύτερο εαυτό τους. Εκείνους που αν τους ρωτήσεις αν είναι ευτυχισμένοι θα απαντήσουν ναι χωρίς δισταγμό.
Εκείνους που δεν θεωρούν την υγεία δεδομένη αλλά πολύτιμο δώρο χωρίς εγγύηση και με δυνατότητα επιστροφής. Εκείνους που φτιάχνουν ονειροπαγίδες για να φυλακίζουν τους εφιάλτες. Εκείνους που ανοίγουν διάπλατα τα χέρια για να σ’ αγκαλιάσουν. Εκείνους που βγάζουν τη γλώσσα τους στις δυσκολίες και τις κοροϊδεύουν.
Το προσδόκιμο ζωής στην Ελλάδα είναι τα 80 έτη. Υποθέτουμε πως ο άνθρωπος κοιμάται κατά μέσο όρο 8 ώρες τη μέρα, δηλαδή το 1/3 της κάθε ημέρας. Στα 80 χρόνια λοιπόν που ζει, τα 26 κοιμάται και μένουν άλλα 54.
Για 40 χρόνια πρέπει θεωρητικά να δουλεύει περίπου, 8 ώρες την ημέρα, άλλο 1/3 λοιπόν, πράγμα που μεταφράζεται σε 13 χρόνια δουλειάς. 39 χρόνια λοιπόν από τη ζωή μας κατά μέσο όρο τα περνάμε δουλεύοντας και για να κοιμηθούμε. Ούτε πολλή, ούτε λίγη, μα παραλίγο η μισή μας ζωή.
Ο χρόνος που μένει δεν είναι απεριόριστος μα ούτε και αμελητέος. Για κάποιους είναι τρομακτικός. Για κάποιους άλλους απλά σημαντικός. Αυτοί οι άλλοι τον απολαμβάνουν, τον σέβονται, του χαμογελούν, του κλείνουν το μάτι και τον εκμεταλλεύονται. Αυτούς ν’ αγαπάς.
Κατερίνα Ανδρεοπούλου