Μια συγκινητική ιστορία αφιερωμένη στην μνήμη του αφοσιωμένου φίλου.
Ήταν κάποτε ένας άντρας, που επισκεπτόταν την κλινική μαζί με τον γερμανικό ποιμενικό του, τον Veiss. Ο σκύλος ήταν όμορφος και εξαιρετικά έξυπνος. Ο Veiss είχε στρατιωτική εκπαίδευση. Ήταν ένας πιστός υπερασπιστής του ιδιοκτήτη του. Παράλληλα, όμως, ήταν και ένας πολύ τρυφερός και ευγενικός σκύλος.
Εμείς δεν τον αγαπούσαμε απλά, τον λατρεύαμε. Ο ιδιοκτήτης του ήταν πολύ σχολαστικός με την υγεία του σκυλιού του, οπότε τον βλέπαμε πολύ συχνά. Όποτε τα μάτια ή τα αυτιά του πονούσαν λίγο, η τα νύχια του χρειάζονταν κόψιμο ή ήταν η ώρα για το εμβόλιό του. Καμιά φορά έρχονταν απλά για επίσκεψη και περιποίηση.
Ο Veiss είχε μια πολύ ενδιαφέρουσα συνήθεια. Όταν ήταν να εμβολιαστεί ή να περάσει κάποια άλλη δυσάρεστη διαδικασία, κρατούσε προσεχτικά με τα δόντια του το παντελόνι του γιατρού ή του ιδιοκτήτη του και αλληθώριζε. Έτσι, μπορούσε να αντέχει αυτές τις δυσάρεστες διαδικασίες.
Αργότερα, όταν έγινε 14 ετών διαγνώστηκε με καρκίνο. Για περίπου 2 χρόνια όλο το προσωπικό της κλινικής και ο ιδιοκτήτης του, πάλευαν με τον καρκίνο κάθε μέρα και ο Veiss κάθε φορά κρατιόταν από το πουκάμισο ή το παντελόνι του γιατρού ή του ιδιοκτήτη του και αλληθώριζε. Αλλά ο καρκίνος είναι καρκίνος και ό,τι και αν γίνει κάποια στιγμή θα νικήσει.
Μια μέρα κατά τις 6 το απόγευμα λάβαμε ένα τηλεφώνημα.
“Ο Veiss δεν μπορεί να σηκωθεί. Κλαίει και τα μάτια του γυρίζουν.”
Το κλάμα του ακουγόταν ακόμα και μέσα από το τηλέφωνο, οπότε έστειλα έναν συνάδελφο στο σπίτι του ιδιοκτήτη.
Πήγε εκεί με ηρεμιστικά και έναν δοκιμαστικό σωλήνα για εξετάσεις αίματος.
Αργότερα, ο συνάδελφος επέστρεψε χλωμός και κλαμμένος. Στείλαμε το δείγμα αίματος για ανάλυση. Δύο ώρες μετά ήρθαν τα αποτελέσματα…Ο Veiss δεν είχε πολύ χρόνο ακόμη.
Στις 6 το πρωί λάβαμε ένα ακόμη τηλεφώνημα και ακολούθησε μια μεγάλη συζήτηση με τον ιδιοκτήτη.
“Δεν μπορώ να τον βλέπω άλλο να υποφέρει με αυτόν τον τρόπο. Το ηρεμιστικό κράτησε μόνο μια ώρα και κοιμήθηκε λίγο, αλλά τώρα άρχισε πάλι να κλαίει. Θέλω να τον φέρω για ευθανασία.”
Είπα στον ιδιοκτήτη, ότι θα τον περιμένω, έκλεισα το τηλέφωνο και άρχισα να κλαίω μαζί με τον συνάδελφο, που καθόταν δίπλα μου. Ο ιδιοκτήτης ήρθε λίγο αργότερα μαζί με την γυναίκα του και κρατώντας τον Veiss στην αγκαλιά του.
Όταν είδα αυτόν τον μεγάλο και περήφανο σκύλο να μοιάζει σκελετωμένος και αδύναμος, δεν μπόρεσα να συγκρατήσω τα δάκρυά μου. Ο ιδιοκτήτης και η γυναίκα του ήθελαν να περιμένουν έξω κατά την διάρκεια της διαδικασίας και μετά έφυγαν από το κτήριο. Υποσχεθήκαμε να τους τηλεφωνήσουμε, όταν θα είχε τελειώσει.
Όλα τα όργανα του Veiss άρχιζαν να υπολειτουργούν, εκτός από την καρδιά αυτού του δυνατού σκυλιού, που συνέχιζε να σπρώχνει αίμα προς τις φλέβες. Του βάλαμε μια σταγόνα αναισθητικό και άρχισε να κοιμάται. Το κλάμα και οι σπασμοί σταμάτησαν. Μια ακόμα δόση αναισθητικού και η καρδιά του σταμάτησε. Ο Veiss άφησε την τελευταία μεγάλη πνοή του.
“Αυτό ήταν”, ήταν το μόνο που μπόρεσα να πω στον συνάδελφό μου. Και οι δυο αρχίσαμε πάλι να κλαίμε. Βγήκα έξω, για να φωνάξω τον ιδιοκτήτη να μπει μέσα και είδα αυτόν τον δυνατό άντρα, που πάλευε κάθε μέρα μαζί με την επί 15 χρόνια γυναίκα του για την ζωή του καλύτερου του φίλου, να κλαίει με λυγμούς.
Του είπα, ότι ο φίλος του δεν πονάει πια, ότι απλά κοιμήθηκε και άλλα τέτοια ανούσια πράγματα. Ο ιδιοκτήτης μας ευχαρίστησε που σταθήκαμε στον Veiss σε αυτή την δύσκολη ώρα και μίσησε τον εαυτό του, που δεν ήταν και εκείνος κοντά του την δύσκολη αυτή ώρα. Μετά τύλιξε τον σκύλο με μια κουβέρτα και έφυγε.
Πέρασαν αρκετές εβδομάδες από αυτό το περιστατικό. Ένα νεαρό ζευγάρι ήρθε μαζί με τον δυο μηνών γερμανικό ποιμενικό τους για ένα εμβόλιο. Το κουτάβι ήταν τρομοκρατημένο. Γι’ αυτό μπήκα στην μέση για να τον ηρεμήσω, όσο ο συνάδελφός μου του κάνει την ένεση.
Και ακριβώς εκείνη την στιγμή το κουτάβι δάγκωσε προσεκτικά το μανίκι της μπλούζας μου με τα δόντια του και άρχισε να αλληθωρίζει. Δεν έβγαλε ούτε έναν ήχο, όταν τον τρύπησαν με την βελόνα. Τότε, άρχισα να κλαίω..
“Γεια σου Veiss”, είπα από μέσα μου, “μου έλειψες…”