Connect with us

Κατηφορίζοντας την οδό Λυκαβηττού δεν υπάρχει περίπτωση να μην δεις στα αριστερά σου το υποδηματοποιείο Λεμήσιος, με τις μπαλαρίνες να κοσμούν τον γωνιακό τοίχο του Κολωνακίου. Πρόκειται για μια οικογενειακή επιχείρηση, που διαθέτει εργαστήριο παραγωγής χειροποίητων γυναικείων παπουτσιών από το 1912 και σήμερα έχει φτάσει στην πέμπτη γενιά.

Ταυτισμένος με τα χειροποίητα γυναικεία παπούτσια, ο Λεμήσιος έχει σήμα κατατεθέν τις «μπαλαρίνες», μια παράδοση που συνεχίζει εδώ και πέντε γενιές.

«Ευτυχώς που βασιστήκαμε στην μπαλαρίνα, γιατί μας βγήκε σε καλό» λέει ο κ. Κωστής Κατσάλης, δισέγγονος του ιδρυτή της φίρμας, που μαζί με την μητέρα του, Ισμήνη, βρίσκεται στο κατάστημα, ενώ στο εργαστήριο κατασκευής παπουτσιών βρίσκεται ο αδελφός του, Μάριος, με τον πατέρα τους, Νίκο, και τον γιο του, Βικέντιο.

Από τα έξι άτομα δηλαδή που απασχολούνται στην επιχείρηση, οι τέσσερις είναι απόγονοι του Νίκου Λεμήσιου και δύο είναι εξωτερικοί τεχνίτες.

Το όνομα του καταστήματος, Λεμήσιος, σημαίνει αυτός που κατάγεται από τη Λεμεσό της Κύπρου. Πρόκειται για τον ιδρυτή της φίρμας, Νικόλαο Γεωργίου, ο οποίος το 1912 ήρθε από την Κύπρο στην Αθήνα σε ηλικία των 16 και έμαθε τέχνη του υποδηματοποιού.

Με το όνομα «Λεμήσιος», ο «εκ Λεμεσού» εδραιώθηκε στην αγορά της Αθήνας με τον πιο αναπάντεχο τρόπο. «Τα πρώτα του παπούτσια ήταν αντρικά και επειδή το εργαστήριο ήταν σε υπόγειο στην οδό Κριεζώτου, τα έβγαζε έξω για να στεγνώσουν. Αυτό λειτουργούσε και σαν τρικάκι για να τα βλέπει ο κόσμος που περνούσε, ιδίως οι στρατιωτικοί και οι πολιτικοί που ανέβαιναν προς το Κολωνάκι» αναφέρει ο κ. Κατσάλης. Με αυτόν τον τρόπο ο Λεμήσιος έγινε γνωστός και μπήκε σε μια διαδικασία να συζητιέται.

Αργότερα μετακομίζει στην οδό Κριεζώτου, πιάτσα παπουτσιών εκείνης της εποχής και στη συνέχεια στη Βουκουρεστίου, και στην Ακαδημίας το 1962.

«Ο παππούς είχε καλλιτεχνική φύση. Είχε μια φλόγα και μια τρέλα μέσα του. Ο παππούς του άντρα μου. Ο Νίκος Λεμήσιος. Είχε προσβάσεις και γνωριμίες στα θέατρα και το παπούτσι που έφτιαχνε ήταν πάντα φαντεζί. Μάλιστα στην αρχή το μότο του ήταν ‘Λεμήσιος- παπούτσια έξαλλα’. Ηταν τόσο φιλόδοξος που μέχρι και παπούτσια στην βασίλισσα Ελισάβετ της Αγγλίας είχε στείλει για τον γάμο της» υπογραμμίζει η Ισμήνη Κατσάλη, τρίτη γενιά από τις πέντε των συνεχιστών της επιχείρησης.

«Στη συνέχεια, ο θείος μας έπιασε περισσότερο το νόημα της εποχής. Μαζί με την αδελφή του την Ελένη κράτησαν την επιχείρηση. Ηταν αυτός που έφτιαξε την μπαλαρίνα. Ο Αλέκος Λεμήσιος. Την εμπνεύστηκε από την Μπριζίτ Μπαρντό. Είδε τις φωτογραφίες της στις Κάννες να φορά το παπούτσι της ρυθμικής και του έκανε κλικ η εικόνα. Αν και λένε ότι ο Feragamo ανακάλυψε την μπαλαρίνα, εμείς ξέρουμε πολύ καλά πως ο Αλέκος Λεμήσιος ήταν αυτός που την εμπνεύστηκε» συμπληρώνει.

Η μπαλαρίνα την δεκαετία του 50 ήταν ένα πρωτοφανές πράγμα στην Ελλάδα. «Στο γυμνάσιο θυμάμαι το ’55 αν δε φορούσες μπαλαρίνα ήσουνα εκτός. Τότε στα καλά σχολεία είτε φορούσες μπαλαρίνες Λεμήσιου είτε μοκασίνι Μορεάδη. Ηταν ένα πολύ ακριβό παπούτσι και ερχόταν στην ίδια τιμή με τη γόβα. Ηταν της μόδας όμως και το αγόραζαν» σημειώνει ο Κωστής Κατσάλης.

«Σήμερα η μπαλαρίνα είναι τόσο βολική και ευκολοφόρετη που κάποιες Αθηναίες την φορούν ακόμα και για παντόφλα μέσα στο σπίτι τους» συμπληρώνει.

Τα υλικά που χρησιμοποιούνται χαρακτηρίζονται για την καλή τους ποιότητα, ενώ υπάρχει η δυνατότητα να δημιουργήσει κανείς τις μπαλαρίνες των ονείρων του με παραγγελία, δίνοντας οδηγίες για το σχήμα, τα μέτρα, τα υλικά και τα χρώματα που επιθυμεί.

Φιλοσοφία της επιχείρησης είναι η «μικρή παραγωγή», καθώς το εργαστήριο κατασκευάζει 10 ζευγάρια την ημέρα, από τα οποία τα 8 είναι παραγγελίες, ενώ στην αλλαγή της σεζόν ο αριθμός ανεβαίνει στα 30 ζευγάρια. Το Πάσχα και το καλοκαίρι είναι η καλύτερη εποχή για το κατάστημα, το οποίο παρεπιπτόντως πριν γίνει υποδηματοποιείο ήταν καφενείο.

Πελάτισσες είναι κατά πλειοψηφία γυναίκες 40-45 ετων, όπου το επάγγελμά τους έχει να κάνει σχέση με την εμφάνισή τους, όπως δικηγόροι, γιατροί και συμβολαιογράφοι. Βέβαια, σταθερή αξία αποτελούν οι φοιτήτριες της Νομικής που επισκέπτονται συχνά πυκνά το κατάστημα.

Το «πλεονέκτημα» της μικρής παραγωγής είναι ότι μπορείς «να ελέγχεις την ποιότητα, να κάνεις αυτό που θέλεις ή αυτό που θέλει ο πελάτης», επισημαίνει ο κ. Κατσάλης. «Το κόστος παραγωγής είναι μεγάλο», ωστόσο τα «ανοίγματα» είναι μικρότερα, μιας και δεν χρειάζεται τα παπούτσια να βγαίνουν σε όλα τα νούμερα, αφού μπορεί να γίνει παραγγελία. «Θα βγαλω τα παπούτσια που μου αρεσουν στα πιο εμπορικά μεγέθη που είναι το 39 και το 40».

Όπως είναι φυσικό η φήμη της αθηναϊκής μπαλαρίνας Λεμήσιος έφτασε και στο εξωτερικό, κυρίως από στόμα σε στόμα. «Πολλές Ελληνίδες που ζουν στο εξωτερικό αγοράζουν από εμάς όταν επισκέπτονται την χώρα μας. Είναι η καλύτερη διαφήμιση για το μαγαζί μας» σημειώνει ο κ. Κατσάλης.

Στο πελατολόγιο της φίρμας όμως έχει μπει δυναμικά και η περιφέρεια. «Ζητάνε παπούτσια από την Θεσσαλονίκη, την Πελοπόννησο, την Κρήτη και τη Θεσσαλία».

Συγκινητική στιγμή για το κατάστημα είναι όταν έρχεται να ψωνίσει μπαλαρίνα η γιαγιά, με την κόρη και την εγγονή. Είναι κάτι σαν παράδοση που μαθαίνεται από γενιά σε γενιά. Επίσης, όταν άνθρωποι του εξωτερικού αναγνωρίζουν ότι η μπαλαρίνα είναι Λεμήσιος καθώς το σχήμα και ο τρόπος που κατασκευάζεται είναι χαρακτηριστικός.

Το νέο αίμα της επιχείρησης είναι όμως ο 26χρονος Βικέντιος Κατσάλης, γιος του Κωστή Κατσάλη, ο οποίος έχει σπουδάσει σχέδιο και κατασκευή παπουτσιού και όνειρό του είναι να φέρει και πάλι τα αντρικά παπούτσια στο μαγαζί.

«Ο γιος μου είναι στο εργαστήριο μαζί με τον αδελφό μου και τον πατέρα μου» αναφέρει περήφανα ο κ. Κωστής Κατσάλης. «Εμαθε την τέχνη δίπλα στον παππού του και ήδη έχει φτιάξει για χόμπι αρκετά αντρικά παπούτσια. Τα αγόρια της οικογένειας ένα διάστημα των διακοπών πάντα το περνούσαμε στο εργαστήριο είτε γιατί μας άρεσε, είτε επειδή πληρωνόμασταν είτε επειδή θέλαμε να μάθουμε την δουλειά» συμπληρώνει.

Από το 1999 το κατάστημα Λεμήσιος βρίσκεται στην οδό Λυκαβηττού 6. Ο χώρος εκπέμπει μια θετική ενέργεια, η οποία μάλλον πηγάζει από το πάντρεμα του μοντέρνου με το παλιό. Τα σκαμπό είναι από το 1912 καθώς ο μεγάλος καθρέφτης που υπάρχει μέσα στον χώρο. Οι πολύχρωμες μπαλαρίνες καθώς και τα λευκά κουτιά που κοσμούν τον ένα τοίχο τραβούν την προσοχή.

Οι σακούλες είναι χειροποίητες, όπου η Ισμήνη Κατσάλη τις υπογράφει χειρόγραφα με το όνομα του μαγαζιού. Μάλιστα το τηλέφωνο του καταστήματος υπάρχει και στην ετικέτα του παπουτσιού καθώς και στην σακούλα αφού οι πελάτισσες το θέλουν εύκαιρο για να μπορουν να τηλεφωνούν για νέα παραγγελία.

Το μυστικό της επιτυχίας; Ότι αυτή η οικογένεια δεν μιλάει ποτέ για την δουλειά εκτός καταστήματος και δεν υπάρχουν προστριβές ανάμεσα στα μέλη της, καθώς ο ένας βλέπει τον άλλον με σεβασμό και αγάπη.

«Το παπούτσι είναι φετίχ για μια γυναίκα. Αν φοράει ένα όμορφο παπούτσι και έχει τα μαλλιά της περιποιημένα τότε δεν θέλει κάτι περισσότερο. Τα έχει όλα! Γιατί όλοι θα σε κοιτάξουν πάνω και κάτω» τονίζει η κ. Ισμήνη Κατσάλη και χαμογελάει με νόημα.

Advertisement