Κική Δημουλά – Άφησα να μη ξέρω
«Είχα ένα χαμόγελο τεντωμένο σαν τόξο, λουλούδι δεν κρατούσα. Το να γράφω δεν ξέρω αν είναι αντίσταση στη φθορά.
Εγώ πιστεύω ότι έχουμε μια άλλη ζωή μέσα μας όπου εκεί γίνονται όλα τα παράνομα πράγματα που μας βοηθούν να ζήσουμε στα νόμιμα μέσα. Τα νόμιμα είναι απαράδεκτα, αυστηρά και ρητά.»
Από τη συλλογή « Το λίγο του κόσμου »
«Γράφω ποιήματα επειδή εξακολουθώ να μη ζω ωραία. Αν ζει κάποιος πάρα πολύ ωραία δεν διακόπτει αυτή την απόλαυση, να κάνει αυτό το βασανιστικό πράγμα, γιατί αυτή είναι μία βασανιστική ιστορία, δεν είναι ψυχαγωγία, δεν ψυχαγωγείται κανείς, άλλο αν νιώθει τέρψη ή μια φτερωτή ανακούφιση, άσχετα αν τον κυνηγάει αν είναι καλό ή δεν είναι, δεν τελειώνει ποτέ αυτή η αγωνία ώσπου να φτάσει εκεί έχει περάσει αρκετές μαύρες ώρες, αρκετές μαύρες νύχτες, σκέψεις»
( ΕΤ1- Η ζωή είναι αλλού – Κική Δημουλά )
«Διαδίδεται ότι μετά απ’ αυτή τη ζωή υπάρχει μια άλλη. Εγώ ούτε το πιστεύω αυτό, αλλά ούτε και με παρηγορεί. Γι’ αυτό λέω «δεν ξέρεις». Ξεκινάς να πας στην άλλη ζωή ή έρχεσαι από την άλλη κι αυτή είναι η καινούργια; Το πεπρωμένο είναι άγνωστο, αλλά και βέβαιο ταυτόχρονα. Κι αυτό το πιστεύω χωρίς να έχω καμία απόδειξη και κανένα επιχείρημα. Με εντυπωσιάζει όμως ότι όλα εφαρμόζονται σαν να είναι προμελετημένα. Και εφαρμόζονται με τόση ακρίβεια, που δεν μπορώ να το πω τυχαίο. Δεν μπορώ να πω «έτυχε». Το «έτυχε», βέβαια, το θεωρώ υπεύθυνο για πολλές δημιουργίες, του δίνω πολύ μεγαλύτερη σημασία απ’ ό,τι στο προγραμματισμένο. Αλλά στην περίπτωσή μας, όπου υπάρχει ζωή υπάρχει και θάνατος. Αυτό δεν θα το αλλάξει ποτέ κανείς.»
. . .
Για τον θάνατο
«Τον τρέμω. Πραγματικά τον τρέμω. Γιατί ξέρω ότι τότε δεν θα συμβαίνει τίποτα απ’ αυτά που συμβαίνουν τώρα. Αυτός είναι ο παντοδύναμος τελικά και όχι άλλος τις. Σκέψου ότι από τη στιγμή που γεννιέσαι, είσαι ετοιμοθάνατος. Διότι περί αυτού πρόκειται. Αυτό εγώ δεν το συνήθισα και δεν το συγχώρησα. Και είμαι ακόμα πεινασμένη για ζωή. Ισως και η κίνηση να γράφω ακόμα ποιήματα στα ογδόντα πέντε μου να είναι η έκφραση αυτής της απροθυμίας μου να πεθάνω, της αδυναμίας μου να φανταστώ τι μπορεί να υπάρξει όταν ένα σώμα νεκρωθεί. Διότι, κακά τα ψέματα, ποια ψυχή χωρίς σώμα; Χωρίς σώμα ποια ψυχή; Το σώμα είναι το επιχείρημα της ψυχής για να υπάρχει.»
. . .
«Ο πόθος μας μας υπόσχεται. Ο πόθος μας παριστάνει τη φωνή της ζωής. Η ίδια είναι αμέτοχη και ηθική. Και καθόλου ψεύτρα. Δεν υπόσχεται η ζωή. Εμείς φανταζόμαστε. Η ζωή απλώς υπάρχει και σε αφήνει να τη δεις όπως θέλεις. Γι’ αυτό και άλλοι άνθρωποι είναι πάρα πολύ ευτυχισμένοι όπως είναι διαμορφωμένος ο κόσμος κι άλλοι είναι απογοητευμένοι και δυστυχείς. Το θέμα είναι να αναλύσει κανείς και να αξιολογήσει αυτό που δεν μπορεί να μη συμβαίνει αλλιώς. Γι’ αυτό γράφουμε ποιήματα με την ψευδαίσθηση ότι θα αλλάξουμε αυτό που συμβαίνει ή θα το πούμε κάπως αλλιώς.»