Καμιά μάχη δεν έχει χαθεί προτού την πολεμήσεις
Τα μαλλιά μου ήταν χάλια σήμερα το πρωί. Ένας χαλαρός κότσος και το αγαπημένο μου μαντήλι δεμένο στραβά, για άποψη. Κι ας ελπίσουμε ότι κανείς δε θα με προσέξει.
Περιμένοντας στην ουρά του φαρμακείου, άκουσα μια άγνωστη φωνή:
‘’Μου αρέσει αυτό που φοράς στο κεφάλι σου’’.
Μια γυναίκα γύρω στα 35, ξανθιά, με μαύρους κύκλους κάτω από τα μάτια. Όμορφη όμως, παρά την ταλαιπωρία της.
‘’Ευχαριστώ’’, της είπα.
‘’Ξέρεις εγώ, σε λίγο θα τα χάσω τα μαλλιά μου. Και ψάχνω τρόπους να φαίνομαι υποφερτή, όταν θα συμβεί’’.
Τελειώνει τη φράση της κι έχω ήδη χαθεί στο flashback μου.
Τα μάτια, το δέρμα… το χρώμα του καρκίνoυ απλωμένο πάνω της.
Είναι καινούρια σ’ αυτό, φαίνεται. Έχει περάσει καιρός από τότε που κάποιος με κοίταξε με αυτό το βλέμμα, που αναρωτιέται τι έπεται. Θα ήταν αδύνατο να ξεχάσω.
Θέλω να της πω να μη φοβάται, γιατί οι μέρες της θα γίνουν όλες ίδιες αν το κάνει.
Οι άνθρωποι γύρω της θα νομίζουν πως η ψυχή της ξαφνικά έγινε 100 χρονών, αλλά θα της φέρονται σα δεκάχρονο. Πολλές φορές θα φοβούνται περισσότερο από εκείνη, αλλά τη θλίψη της δε θα μπορέσουν να τη φτάσουν.
Η οπτική της θα αλλάζει, όπως και το σώμα της. Θα αποφεύγει τον καθρέφτη, που πάντοτε αγενής θα της δείχνει την αλήθεια. Θα ζητάει πίσω αυτό που ήταν, όμως θα έχει γίνει άγρια για να εξισορροπήσει το εύθραυστο που βλέπουν οι άλλοι.
Θα θυμώνει κάθε φορά που θα την κοιτάνε με αυτό το συμπονετικό χαμόγελο και θα απαντάει απότομα.
Θα μισεί τις επισκέψεις στο νοσοκομείο και θα κρύβει μετά την κατάρρευσή της στο μπάνιο.
Θα έρχονται στιγμές που θα ξεχνάει, μικρές αιωνιότητες για να μουδιάζει το μυαλό της. Όσοι την αγαπούν θ’ αναρωτιούνται πού χάνεται.
Κι εκείνη θα προσπαθεί να τους δείξει το παιδί με τα γυμνά πόδια και την ηλιοκαμένη πλάτη, που ανεβαίνει το βουνό. Που δεν ξέρει, που δεν έχει λόγο να κοιτάξει κάτω, που βλέπει μόνο την κορυφή και το πείσμα του.
Θα σιχαίνεται το χρόνο που δεν τρέχει προς τα πίσω. Και θα τρέμει, μέρα και νύχτα, τη στιγμή που οι άλλοι θα ακούνε πια μόνο τη σιωπή της.
Πριν από όλα αυτά, θέλω να της πω ότι καμιά μάχη δεν έχει χαθεί πριν την πολεμήσεις. Και ίσως να ξέρω κάποιον που τη νίκησε.
Βγάζω το μαντήλι και της το δίνω.
‘’Με ένα ζευγάρι σκουλαρίκια θα είναι υπέροχο’’, της λέω. ‘’Ακόμη και όταν τα μαλλιά σου θα μακρύνουν ξανά’’.
Της Ματίνας Ιατροπούλου.