Καλύτερα με λίγους κι αληθινούς παρά πολλούς και δήθεν
Μωρέ, αφήστε με. Αφήστε με που σας λέω, καλά είμαι εγώ εδώ πέρα. Είναι ήσυχα -από αυτή την ησυχία την οποία έχω καιρό να αισθανθώ. Από αυτή την ησυχία που κάθε μέρα γίνεται όλο και πιο ξεκάθαρο πως την έχω ανάγκη, ίσως και περισσότερο από ποτέ.
Δε μιλάω πλέον, λέτε. Δεν αντιδρώ. Στην πλειοψηφία των πραγμάτων, δε μου κάνει τίποτε πλέον εντύπωση και φαίνεται. Ξέρετε τι άλλο φαίνεται επίσης; Η υπομονή μου που είναι λίγη και λήγει πλέον καθημερινά, σε επικίνδυνο βαθμό. Δεν έχω άλλη, ρε φίλε, στέρεψα, πώς το λένε;
Μα δε θα κάτσω πλέον να κάνω κουβέντα γι’ αυτό. Τόσες φορές το έκανα, με αυτήν την αναθεματισμένη την ελπίδα σύμμαχο κι είδα πού κατέληξα. Πόση φαιά ουσία πήγε τζάμπα, πόσος χρόνος σκορπίστηκε. Δε θα μιλήσω. Θα σκεφτώ και θα πράξω ανάλογα.
Κι όσο πιο πολύ σκέφτομαι, το συμπέρασμά μου δεν αλλάζει· απ’ όπου και να το πάρω, εκεί πάλι καταλήγω. Η πλειοψηφία των ανθρώπων που με περιβάλλει δε με γεμίζει πλέον. Δεν έχει κάτι να μου πει, δε με ευχαριστεί. Είναι απλώς μια μάζα γεμάτη τυπικότητα, που γεμίζει το μάτι μόνο στο φαίνεσθαι και στη φανφάρα. Είναι μια μάζα με τυπικές ομιλίες που σπαταλάν το χρόνο, χωρίς να υπάρχει συζήτηση.
Μεταξύ μας τώρα, δε με ενδιαφέρει τι φάγατε χτες και τι ώρα πήγατε για ύπνο. Δε με απασχολεί σε ποιο μαγαζί θα πάτε και αυτό το Σάββατο, απλά για να λέτε πως πήγατε κάπου. Και φυσικά θα έχετε την απαίτηση να συμμετέχω κι εγώ σε αυτό το πανηγύρι. Δε θα έρθω· τρώω και μόνη μου πατατάκια στο σπίτι, χωρίς να μου τα κλέβετε κιόλας.
Η συζήτηση πού πήγε, μου λέτε; Από αυτές που συζητάμε για ιδέες, για όνειρα, για οτιδήποτε μας έρθει στο κεφάλι εκείνη την ώρα. Από αυτές που καταλήγεις να μιλάς για ώρες και νιώθεις το μυαλό σου να στροφάρει πιο γρήγορα, πιο έντονα. Από αυτές που νιώθεις το καρδιοχτύπι, τον ενθουσιασμό, την παρηγοριά και τη χαρά ταυτόχρονα ότι υπάρχουν κι άλλοι τρελοί σαν και σένα. Από αυτές που τις κάνεις σε ένα παγκάκι, δίπλα στη θάλασσα, μέσα στο αμάξι. Κρατάς ένα παγωτό, ένα σουβλάκι και μοιράζεσαι. Επικοινωνείς. Κι εγώ κρατάω αυτό. Την επικοινωνία, που πλέον δεν έχω με τους περισσότερους.
Κάποτε, τον παλιό καλό καιρό δεν έδινα σημασία και πέταγα κι ένα «δε βαριέσαι, μωρέ». Μα μεγάλωσα· και κυρίως άλλαξα. Αλλάζω μέρα με τη μέρα και το ίδιο κάνουν κι οι επιλογές μου. Και δε μου αφήνουν πλέον το ελεύθερο να είμαι ελαστική με οτιδήποτε με αδειάζει -και καλά κάνουν.
Όσο μένω, τόσο αδειάζω. Γιατί κανένας σας δε σπάει τη μοναξιά μου όταν μου προσφέρετε τις τυπικούρες, τα λόγια τα ανούσια, τις εγωιστικές συμπεριφορές. Κάνετε φασαρία. Η σιωπή μου λαμβάνεται σαν πρόσκληση για να συνεχιστεί η τυπική κουβέντα, που εγώ θέλω να σταματήσει. Κι η προτίμησή μου να απέχω απ’ όλο αυτό με χαρακτηρίζει ως παράξενη, μα τις περισσότερες φορές κακιά. Όχι απλά απέχω, αρνούμαι ξεκάθαρα να συμμετέχω. Θα κάτσω σπίτι μου, μόνη μου με τα βιβλία μου και τις σειρές μου και θα τα περάσουμε άψογα. Και σίγουρα πιο εποικοδομητικά.
«Ε, δε βαριέσαι μωρέ». Και τώρα αυτό το εννοώ πιο πολύ από ποτέ. Γιατί ξέρω ότι δεν είναι ελαστικό σαν όλα τ’ άλλα που είχα πει στο παρελθόν. Ας είναι, ας είμαι η παράξενη κι η κακιά. Τουλάχιστον δε θα αισθάνομαι άδεια. Δε θα αισθάνομαι μόνη. Δε θα νιώθω πως χάνω χρόνο άδικα. Δε θα νιώθω ότι μιλάω σε τοίχους. Δε θα νιώθω να πνίγομαι κάθε μέρα σε ένα βυθό γεμάτο βλακεία.
Εγώ κρατώ όλα αυτά και θα πάω σήμερα ήσυχα για ύπνο. Γιατί ξέρω ποιοι είναι όντως δίπλα μου. Γνωρίζω ποιοι είναι αυτοί που όντως με καταλαβαίνουν. Γνωρίζω ποιοι είναι αυτοί που έχουν να μου πουν και να μου μάθουν κάτι. Γνωρίζω κι εγώ κάποιους τρελούς σαν και μένα. Είναι εκείνοι που τρώνε σουβλάκι δίπλα μου, αναλύουν τον εξπρεσιονισμό κι είναι παρόντες στα εύκολα και στα δύσκολα· όχι όποτε τους βολεύει.
Κάθε μέρα που περνά μου κάνει ξεκάθαρο ότι μπορώ και καλύτερα. Μου δείχνει το τέλμα που υπάρχει σε όλο αυτό το δήθεν που μοιραζόμαστε. Μου δείχνει ότι η επικοινωνία ανάμεσα στους ανθρώπους είναι ένα απ’ τα πιο σημαντικά πράγματα σ’ αυτό που λέγεται ζωή.
Και πάλι δεν έχω το περιθώριο και τη θέληση να αγνοήσω τίποτε απ’ όλα αυτά. Αυτό που πλέον θα αγνοώ είναι το τυπικό που μου δίνετε μαζί με το θόρυβο που κάνετε. Μπορώ και καλύτερα. Κι αυτά τα καλύτερα τα έχω βρει. Εγώ για εκεί οδεύω.
Γεια σας. Τα λέγαμε.