Connect with us

Της Στεύης Τσούτση.

Είναι και κάποιοι άνθρωποι που θέλεις να τους σπάσεις τα μούτρα. Όσο ειρηνικές κι αν είναι συνήθως οι διαθέσεις σου, όσο πράος κι αν λογίζεται ότι είσαι, αυτό θες. Να τους ρίξεις μια γερή γροθιά ανάμεσα στα δόντια για να σταματήσουν να μιλάνε. Γιατί δε σου αρέσουν όσα λένε. Δεν τα αντέχεις, πως το λένε. Είναι αυτοί που δε θα δεχτούν ποτέ ότι δεν μπορείς. Θα βρουν αντίθετα χίλια επιχειρήματα για να σου αποδείξουν ότι απλά δε θέλεις. Δε θέλεις να κάνεις κάτι. Όχι δεν μπορείς. Δε θα μετρήσουν συναισθήματα, δε θα μετρήσουν φάσεις ζωής. Δεν τους νοιάζει άλλωστε. Ξέρουν τι είσαι ικανός να κάνεις άμα έχεις κέφια.

Το έχουν δει να συμβαίνει, δεν τους το είπε κανείς. Και την αλήθεια των ματιών πως να την πεις ότι είναι φήμη; Όχι, φίλε, η πραγματικότητα δε διαψεύδεται, όσο κι αν τθελήσεις να τη θάψεις σε δικαιολογίες. Ξέρουν λοιπόν τι είσαι και δεν το ξεχνούν. Και δεν αφήνουν ούτε εσένα να το ξεχάσεις. Κι ας θες. Κι ας παλεύεις βουτηγμένος σε όλα τα καθημερινά, τα ψυχοφθόρα, τα πιο δικά σου να πείσεις τον εαυτό σου πως ως εδώ ήταν. Παραπέρα δεν πάει το θαύμα.Τερμάτισε. Μας άφησε χρόνους, να ζήσουμε να το θυμόμαστε. Όχι. Δε θα σε αφήσουν να το πεις. Δε θα το πιστέψουν, δε θα επιτρέψουν να το παραδεχτείς, όσο κι αν θέλεις. Παράλογο σου φαίνεται όλο αυτό. Και θυμώνεις. Θυμώνεις πολύ. Βλέπεις δεν είναι άνθρωποι δικοί σου. Δεν είναι βέβαια μήτε ξένοι. Ας πούμε ότι είναι οικείοι ξένοι.

Καμιά αγάπη ή άλλο προσωπικό συναίσθημα δεν τους επηρεάζει. Και βαθιά μέσα σου ξέρεις πως δεν είναι ούτε το συμφέρον αυτό που υποκινεί την έντονη αντίδραση απέναντί σου. Κι ας τους κατηγορείς στις στιγμές του μεγάλου θυμού σου. Δεν είναι, λοιπόν, ούτε αγάπη, ούτε συμφέρον. Τι στο διάολο είναι τότε; Τι είναι αυτό που τους κάνει να μη σε αφήνουν να κουρνιάξεις σε μια γωνιά και να γλύψεις τις πληγές και τις ανασφάλειές σου, ορατές κι αόρατες;Είναι απλά η αλήθεια. Είναι εκείνη η δύναμη του σωστού που τους κάνει να μη σε αφήνουν σε χλωρό κλαρί. Όχι ρε βλάκα, δεν υπάρχει δεν μπορώ. Μόνο δε θέλω υπάρχει, λένε. Κι αυτό το “δεν μπορώ” σου τους αφήνει αδιάφορους. Γιατί ξέρουν ότι μπορείς. Σε έχουν δει να μπορείς. Κι αν δεν πιστεύεις εσύ σε σένα, έρχονται οι ξένοι να το κάνουν. Εκνευριστικά μεν, αλλά το κάνουν. Κι εσύ; Τι κάνεις γι’αυτούς τους ανθρώπους εσύ; Την ανάγκη φιλότιμο…αυτό κάνεις. Κι ας σε πιέζουν. Ας σε εκνευρίζουν. Ας τους νιώθεις σκληρούς κι άδικους.

Για εκείνους τους επίμονα σωστούς που θες να τους σπάσεις τα μούτρα, παλεύεις περισσότερο κι από όσο σε πάνε οι δυνάμεις σου. Παλεύεις για εκείνο το “μπορώ” σου ενώ το νιώθεις να ψυχομαχεί.Κι αναρωτιέσαι, τις στιγμές της μεγάλης σου αδυναμίας, ποιο από τα δύο κερδίζει τελικά:  το “δεν μπορώ” ή το “δε θέλω”;Μόνο που όσο κι αν ψάξεις, απάντηση δεν έχεις…

Advertisement