Connect with us

Με λένε Νεκταρία και είμαι 37 χρονών με δύο κοριτσάκια δίδυμα. Πρίν από 10 χρόνια γνώρισα τον μεγάλο έpωτα της ζωής μου, έναν καταπληκτικό άνθρωπο που τον έλεγα «αδερφή ψυχή» μου. Παντού μαζί σε όλα μαζί. Τέτοια επικοινωνία και αγάπη δεν είχα γνωρίσει ποτέ στη ζωή μου. Με αγαπούσε, με φρόντιζε, μου στάθηκε σε πολλά. Τα κάναμε και τα ζήσαμε όλα, ήμασταν 5 χρόνια μαζί και σχεδιάζαμε το γάμο μας και τη κοινή μας ζωή. Είχε μόνο ένα «ελάττωμα»: Ήταν τσιγγάνος. Και δεν ήταν ελάττωμα για μένα αλλά για τους γονείς μου που δεν τον ήθελαν με τίποτα. Ούτε οι γονείς του με ήθελαν αλλά ήταν κάπως πιο δεκτικοί. Οι δικοί μου ούτε να ακούσουν. Τα τελευταία 4 χρόνια της σχέσης μας τα κρύβαμε από τους γονείς μου, δεν ήξεραν ότι είμαστε ακόμα μαζί μέχρι που μας είδε ο πατέρας μου σε μια καφετέρια και άρχισε ξανά η πλύση εγκεφάλου. Έκανα το λάθος να τους ακούσω και τον χώρισα…..

Αυτός τρελός και παλαβός ερχόταν κάτω από το σπίτι μου μεθυσμένος. Η ψυχή μου μάτωνε αλλά δεν ήθελα να περάσω πικρή ζωή μαζί του, έτσι μου έλεγαν οι δικοί μου. Ότι θα πέρναγα πικρή ζωή, ότι θα με πήγαινε να ζήσουμε σε τσαντίρι, ότι θα χαράμιζα τις σπουδές μου, ότι ήμουν ανώτερή του και τί δουλειά είχα μαζί του. Ένα χρόνο με παρακαλούσε μέχρι που έκανε πίσω και δεν ξαναείδα ούτε άκουσα ξανά γι αυτόν.

2 χρόνια μετά το χωρισμό μας γνώρισα έναν άλλον. Αυτό που λέμε «παιδί καλής οικογένειας». Με πτυχία μεταπτυχιακά καλή οικονομική επιφάνεια. Δεν ήταν ο μεγάλος έpωτας, δεν ήταν καν έpωτας. Τον αγάπησα σαν άνθρωπο και σκέφτηκα πως αν τον παντρευόμουν θα ξεχνούσα τον άλλον. Έγινε ο γάμος, πήγαμε ταξίδι και γυρίζοντας από το μήνα του μέλιτος, άρχισε το μαρτύριό μου. To «καλό παιδί» είχε μακρύ χέρι τελικά. Τόσο μακρύ που δεν δίσταζε να το απλώνει επάνω μου.

Έτρωγα πολύ ξύλο αλλά δεν τολμούσα να μιλήσω. Να το πώ στους γονείς μου; Μια κουβέντα πήγα να αρχίσω για να πάρω την απάντηση «Μη μας ανακατεύεις εμάς, αυτά είναι δικά σας!». Από την άλλη, δεν ήθελα να παραδεχτώ στον εαυτό μου πως έκανα λάθος. Πίστευα πως ήταν φάση που θα του πέρναγε, πως είχε αγχωθεί με τις δουλειές του. Μου ζήτησε να παραιτηθώ από τη δουλειά μου για να κάνουμε οικογένεια και τον άκουσα. Κλείστηκα στο σπίτι και προσπαθούσαμε για παιδί. Δεν έπιανα με τίποτα και αποφασίσαμε να κάνω εξωσωματική. Έτσι απέκτησα τις δίδυμνες κόρες μου. Πίστευα πως με τα παιδιά ίσως μαλάκωνε αλλά τα πράγματα χειροτέρεψαν. Τότε με τα έξοδα, τα ξενύχτια και τη κούραση ήταν που με έδερνε περισσότερο. Κι εκεί επάνω στις μελανιές, στις βρισιές και στον ήχο της ζώνης του στη πλάτη μου, σκεφτόμουν τον άλλον. Τον άλλον που δεν με είχε χτυπήσει ποτέ ούτε με λουλούδι….

Μόνη μου παρηγοριά η θύμησή του. Ένα πρωί πήρα το αμάξι και πήγα στο Ζεφύρι να τον βρω. Μάταια. Ανέλαβα να πηγαίνω εγώ στη λαϊκή για ψώνια αντί για τη γυναίκα που είχαμε, με την ελπίδα να τον συναντήσω. Δεν τον βρήκα ποτέ πουθενά. Δεν τον έχω βρει μέχρι σήμερα να του πω πόσο τον αγαπώ, πόσο λάθος έκανα. Να τον κοιτάξω στα μάτια, να ζήσουμε τον έpωτά μας ξανά από την αρχή. Να μου πει έστω ότι με συγχωρεί κι ας φύγει.

Μόλις πρίν λίγες βδομάδες βρήκα το κουράγιο να απευθυνθώ σε δικηγόρο και κατάφερα με πολύ κόπο να βγάλω τον άντρα μου από το σπίτι, να του κάνω καταγγελία για ενδοοικογενειακή βία και να πάρω τη ζωή μου, στα χέρια μου. Όμως μου λείπει αυτός, ο ένας και μοναδικός άντρας που αγάπησα και άφησα επειδή μου έλεγαν πως θα πέρναγα μαύρη ζωή γιατί ήταν τσιγγάνος. Όμως τί ειρωνία: Τη μαύρη ζωή τη πέρασα με το «καλό παιδί!».

Advertisement