«Αγαπημένο μου παιδί, εσύ με έμαθες να είμαι μαμά!»
Αγαπάμε και λατρεύουμε όλα μας τα παιδιά το ίδιο! Όμως, η σχέση μας με το πρώτο, το μεγάλο μας παιδί είναι διαφορετική -και θα είναι για πάντα διαφορετική για έναν λόγο: γιατί ήταν το πρώτο μας μωρό, το πρώτο μας παιδί, ο πρώτος μας έφηβος -ο άνθρωπος που μας έμαθε πώς να είμαστε μητέρες. Εκείνος που μας μύησε στις δυσκολίες των πρώτων μερών της μητρότητας αλλά και της απέραντης ευτυχίας που τις συνοδεύουν. Κι εκείνος που μας έμαθε πώς είναι ταυτόχρονα να μην θες να τελειώσουν οι πολύτιμες στιγμές μαζί του όσο ακόμα είναι μικρό αλλά να είσαι περήφανη που το βλέπεις να μεγαλώνει μέρα με τη μέρα. Η Wendy Wisner περιγράφει όλα όσα σκεφτόμαστε…
«Δεν γίνεται να ακούω χριστουγεννιάτικα τραγούδια και να μην θυμάμαι ότι τα Χριστούγεννα εννέα χρόνια πριν, η κοιλιά μου ήταν σαν μια χιονόμπαλα έτοιμη να εκραγεί. Δεν μπορούσα να κοιμηθώ όπως ήθελα. Είχα τρομερές ημικρανίες, ήμουν συνέχεια εξαντλημένη και ήμουν τόσο… έγκυος.
Αλλά πάνω απ” όλα,είχα τρομοκρατηθεί. Όσο οι υπόλοιποι μαζεύονταν γύρω απ” το χριστουγεννιάτικο δέντρο, εγώ ένιωθα ότι διαλυόμουν. Ήξερα ότι από μέρα σε μέρα, η ζωή μου θ” άλλαζε για πάντα. Ξάπλωνα στο κρεβάτι και σκεφτόμουν: Τι έχω κάνει;
Και τότε, ένα βράδυ που είχε πανσέληνο, λίγες μέρες μετά την Πρωτοχρονιά, γεννήθηκες. Έτσι απλά, δεν είχα άλλη επιλογή. Από εκείνη τη στιγμή έγινα η μαμά σου!
Όταν οι νοσοκόμες σε έβαλαν στην αγκαλιά μου, έκλαιγες συνέχεια. Σε ένιωθα σαν ξένο. Το κλάμα σου αντηχούσε μέσα απ” το στήθος μου. Έλαμπες σαν ένα μικρό αστέρι.
Έπρεπε να μάθω να σ” αγαπώ. Στην αρχή δεν θήλαζες. Ούτε κοιμόσουν. Τα μάτια σου τρυπούσαν την ψυχή μου όταν στις 3 το βράδυ ήσουν ακόμα ξύπνιος κι εγώ σκεφτόμουν πόσο με ταλαιπωρείς. Ξαφνικά, όταν τελικά σε πήρε ο ύπνος πάνω στο στήθος μου, σ” αγάπησα όσο δεν είχα αγαπήσει ποτέ στη ζωή μου, μια αγάπη που ένιωθα από την κορυφή ως τα νύχια.
Από σένα έμαθα ότι είναι καλό να αγαπάς τόσο βαθιά. Είναι λογικό κάποιες φορές να νιώθεις τρομαγμένος απ” την αγάπη. Είναι λογικό να μην σ” αρέσουν οι δύσκολες στιγμές. Είναι λογικό να εύχεσαι να τελειώσουν οι δυσκολίες και ταυτόχρονα να θες να μην περάσουν.
Αγαπημένο μου αγόρι, σε βλέπω αυτό τον Δεκέμβριο να ξαπλώνεις στο κρεβάτι σου, να παίζεις παιχνίδια στο I-pad. Ο μικρός σου αδελφός έχει αποκοιμηθεί, και έχουμε μείνει εσύ κι εγώ, όπως τότε, τόσα χρόνια πριν, όταν σε νανούριζα για ώρες μέχρι να σε πάρει ο ύπνος. Για χρόνια, σε κρατούσα στην αγκαλιά μου μέχρι ν” αποκοιμηθείς και σε θήλαζα. Σε έβαζα στον μάρσιππο για να ακουμπάει η καρδιά σου την δική μου καρδιά όσο έκανα βόλτα στην πόλη. Δεν ήθελα να σε αφήσω στιγμή μακριά μου.
Δεν ξέρω πώς φτάσαμε ως εδώ, με σένα να “χεις μεγαλώσει και να παίζεις βίντο γκέιμς και να με διώχνεις απ” το κρεβάτι σου αφού έχουμε συζητήσει για λίγο.
“Μπορείς να κάτσεις στην άκρη του κρεβατιού αν θες”, μου είπες. “αν θες, μπορείς να περιμένεις μέχρι ν” αποκοιμηθώ.
Έτσι έκανα. Περίμενα. Και αποκοιμήθηκες. Σε κοίταζα ενώ κοιμόσουν, απλωμένος, με τα πόδια σου να είναι μπερδεμένα στα σκεπάσματα. Πώς γίνεται να κλείνεις τα 9 τον επόμενο μήνα; Πώς πέρασε έτσι ο καιρός; Για πόσα Χριστούγεννα ακόμα θα είσαι μαζί μας, στο σπίτι μας; Πόσα χρόνια ακόμα έχω μέχρι να μην μιλάμε καθημερινά ο ένας στον άλλο και μέχρι να περνάνε μέρες ίσως και εβδομάδες μέχρι να ιδωθούμε;
Ξέρω ότι αυτό θα γίνει σιγά σιγά. Αλλά και τόσο γρήγορα. Μέχρι να ανοιγκλείσω τα μάτια μου, όπως λένε.
Πάντα θα είμαι η μαμά σου. Πάντα θα σ” αγαπάω χωρίς όρια. Πάντα θα νιώθω έκπληκτη από το πόσο πολύ σ” αγαπάω. Πάντα θα νιώθω δέος από την ομορφιά σου.
Και κάθε Χριστούγεννα για το υπόλοιπο της ζωής μου, θα σκέφτομαι πόσο σε περίμενα, πόσο περίμενα τη στιγμή που θα γινόμουν μητέρα για πρώτη φορά.
Εσύ με έμαθες να είμαι μητέρα και θα είσαι για πάντα το μωρό μου!»