Στους κολλητούς που ήταν πάντα εκεί
Έλα όμως που για εμάς τους ανθρώπους τίποτα, ποτέ, δεν είναι αυτονόητο. Κάποτε, κάποιος μου είπε πως όταν αγαπάς, πρέπει όσο πιο συχνά μπορείς να πεις τρεις λέξεις: μία συγγνώμη, ένα σ’ ευχαριστω κι ένα σ’ αγαπώ.
Κι επειδή η πρώτη λέξη επεκτείνεται σε διάφορα επίπεδα όσον αφορά τους φίλους μας, θα εστιάσω αρχικά σε αυτήν. Συγνώμη, για τις φορές που ενώ ήμασταν κολλημένοι με μια τελειωμένη κατάσταση, εσείς ήσασταν πάντα εκεί να μας παρηγορείτε. Να αναλύετε με τις ώρες γιατί δεν πρέπει να χαλιόμαστε για ανθρώπους που δε θα χαλαστούν ποτέ για εμάς. Να ξεπερνάτε με τις υπηρεσίες σας και τους κορυφαίους ψυχολόγους.
Για τις μέρες που βγαίναμε έξω κι ήμασταν συνέχεια με μούτρα επειδή μας έγραφε το μωρό ενώ στην τελική κι εσείς ανάγκη είχατε να ξεσκάσετε και να μας δείτε. Που κάθε φορά που λέγατε κάτι, εμείς κοιτούσαμε δειλά-δειλά την οθόνη του κινητού που αναβόσβηνε, επικαλούμενοι ότι ωστόσο εσάς ακούμε κι εσάς προσέχουμε.
Για τα βράδια ή τα ξημερώματα εκείνα που μας μαζεύατε μεθυσμένους απ’ τα μπαράκια ενώ κλαψουρίζαμε για τα απωθημένα μας κι αναγκαστικά μας κρύβατε το κινητό για να μη στείλουμε κανένα μεθυσμένο μήνυμα σε κάποιον αλαζόνα, μαλάκα παραλήπτη.
Συγγνώμη που εκείνη τη μέρα που χωρίσατε με το αμόρε ή απλώς αρπαχτήκατε με τη μάνα σας, δε σηκώσαμε το τηλέφωνο. Είτε επειδή δεν ήμασταν σε mood να μιλήσουμε, είτε επειδή ήμασταν με τον έpωτα και δεν μπορούσαμε να μιλήσουμε και βολευτήκαμε σε ένα «Δε βαριέσαι, θα καλέσω ή θα στείλω αργότερα μήνυμα να δω τι έγινε».
Συγγνώμη που δεν είμαστε οι τέλειοι φίλοι, όσο κι αν σας αξίζει κι όσο κι αν θα θέλαμε. Που μπορεί καμιά φορά να αφήσαμε τη μιζέρια και την κατάθλιψή μας να επισκιάσουν τις χαρές σας ενώ για εσάς χαιρόμασταν ειλικρινά με όλη μας την ψυχή.
Μία ακόμη μεγαλύτερη συγγνώμη, για τις φορές που σας παραμελήσαμε -αν και ποτέ δε σας ξεχάσαμε- όταν βρίσκαμε καινούρια σχέση και πετούσαμε στα ουράνια. Γιατί αποδείξατε για ακόμη μια φορά στο τέλος πως όσα λάθη κι αν κάνουμε, αυτοί που μένετε είστε εσείς και κανένας άλλος.
Για εκείνες τις περιπτώσεις που σας γνωρίζαμε κάποιον γνωστό κι ενώ βλέπαμε ότι τα πηγαίνατε αρκετά καλά, ζηλεύαμε. Ζηλεύαμε, γιατί ηλίθια πιστεύαμε ότι θα μας αντικαταστήσει στην καρδιά σας, ότι θα θαμπωθείτε από τα προτερήματά του και θα μας σιχαθείτε με τα τόσα ελαττώματά μας.
Και μιας κι ήρθα εδώ, πάμε στα ευχαριστώ. Χρωστάμε ένα «ευχαριστώ» γιατί μας ανέχεστε με τα κουσούρια μας, για τα οποία άλλοι δε θα ήθελαν να μας βλέπουν ούτε ζωγραφιστούς. Γιατί μας αγαπάτε γι’ αυτό που είμαστε, ρε γαμώτο, κι όχι για αυτό που ακόμη κι εμείς οι ίδιοι θα θέλαμε να είμαστε.
Ευχαριστούμε, γιατί πάντα ήσασταν και θα είστε εκεί για εμάς. Γιατί ακόμη και στις μαλακίες, αν δεν μπορούσατε να μας αποτρέψετε απ’ το να τις κάνουμε, πάντα μας βοηθούσατε κι αυτομάτως –και κυρίως οικειοθελώς– γινόσασταν συνένοχοι.
Ευχαριστούμε, γιατί εξαιτίας του ότι υπάρχετε, μας αποδεικνύετε ότι τελικά ο κόσμος δεν είναι τόσο σκάρτος. Ότι υπάρχουν αυθεντικοί άνθρωποι, καλότροποι, που χαίρονται με τη χαρά σου ακόμη κι αν είναι μεγαλύτερη απ’ τη δική τους.
Και τελευταίο, το «σ’ αγαπώ». Σας αγαπάμε, γιατί παρ’ όλα τα παραπάνω, εσείς είστε εδώ για εμάς κι εμείς για εσάς.
Γιατί δεν ξέρω αν θα την παλεύαμε σε αυτή τη ζωή χωρίς τους φίλους.