Ρομπέρτο Μπενίνι: «Πήγαινε όπου σε πάει η καρδιά και παρακαλώ μη γυρίσεις ποτέ πίσω»
Είναι κάποιες ταινίες που έχουν τη δύναμη να σε προβληματίσουν, να σε κάνουν να σκεφτείς σε βάθος, ακόμα και να σε “στιγματίσουν”. Αυτή είναι και η περίπτωση του έργου “Η ζωή είναι ωραία” (La Vita e` Bella) -με κέρδη 229,1 εκατομμυρίων δολαρίων- όπου πρωταγωνιστής και σκηνοθέτης είναι ο Roberto Benigni, ο οποίος απέσπασε το Όσκαρ Α΄ Ανδρικού Ρόλου.
Ίσως δεν είναι γνωστό πως ο τίτλος της ταινίας είναι εμπνευσμένος από τη φράση που έγραψε ο Λέων Τρότσκι, βλέποντας τη σύζυγό του στον κήπο, την περίοδο που ήταν εξόριστος στο Μεξικό και ήξερε ότι θα δολοφονηθεί από ανθρώπους του Στάλιν.
Ο Roberto Benigni υποδύεται τον Guido, έναν Ιταλό εβραϊκής καταγωγής που παντρεύτηκε μια Ιταλίδα δασκάλα, την οποία υποδύθηκε η πραγματική σύζυγος του Benigni. Στην ταινία, το ζευγάρι απέκτησε έναν γιο, τον Giosue`. Aξίζει να αναφερθεί ότι ο πέντε ετών Giorgio Kadarini – που υποδύθηκε το ρόλο- επιλέχθηκε ανάμεσα σε 2.000 παιδιά που πέρασαν από οντισιόν.
Η πλοκή διαδραματίζεται στο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν ο Guido με τον πολυαγαπημένο του γιο, οδηγήθηκαν σε στρατόπεδο συγκέντρωσης.
Η σύζυγός του, Dora, μην μπορώντας να αποχωριστεί τους άντρες της ζωής της, ζητάει να πάει μαζί τους και μπαίνει στο τρένο οικειοθελώς. Στη συνέχεια όμως, χωρίζονται.. Στο στρατόπεδο, ο Guido κρύβει το γιο του από τους Ναζί φύλακες, του δίνει φαγητό χωρίς να τον αντιληφθεί κανείς και κάνει τα πάντα προκειμένου να μην καταλάβει τι πραγματικά συμβαίνει.
Ο Guido, προσπάθησε να παρουσιάσει στο παιδί ότι το στρατόπεδο είναι σαν παιχνίδι, λέγοντάς του ότι θα κέρδιζε ένα τανκ αν συγκέντρωνε 1.000 πόντους. Του εξηγεί πως αν κλάψει, παραπονεθεί, πει ότι πεινάει ή ζητήσει τη μαμά του θα χάσει.
Κάποια στιγμή, το αγόρι εκφράζει την επιθυμία να επιστρέψει σπίτι του και ότι θέλει να σταματήσει αυτό το παιχνίδι. Τότε, ο πατέρας του του λέει ότι είναι λίγους πόντους πριν τη νίκη. Εντυπωσιακό είναι ότι παρόλο που η όλη κατάσταση στο στρατόπεδο είναι αναπόφευκτα μίζερη, ο Giosue` δεν αμφιβάλλει καθόλου για όσα του λέει ο πατέρας του- ο οποίος είναι τόσο πειστικός και το αγόρι είναι προστατευμένο από την παιδική αθωότητα.
Το τέλος της ταινίας είναι τόσο τραγικό όσο και υπέροχο αλλά και συγκινητικό. Ο Guido προσπαθώντας να βρει τη γυναίκα του, συλλαμβάνεται και πυροβολείται από ένα φύλακα, ενώ λίγο πριν, κάνει το γιο του να γελάσει για τελευταία φορά, παριστάνοντας το Ναζί.
Το αγόρι καταφέρνει να βρει τη μητέρα του, χωρίς όμως να γνωρίζει ότι ο πατέρας του δεν ζει πια… Μετά από χρόνια, συνειδητοποιεί ότι εκείνος του έσωσε τη ζωή θυσιάζοντας τον εαυτό του…
Πηγή έμπνευσης για το σεναριογράφο, αποτέλεσε η ιστορία του πατέρα του Benigni, ο οποίος κλείστηκε δύο χρόνια σε στρατόπεδο συγκέντρωσης, και τον Ιταλό Ρομέο Σαλμόνι. Ο Salmoni ήταν Εβραίος που στα 24 του χρόνια φυλακίστηκε από τη φασιστική αστυνομία, ενώ αργότερα, οδηγήθηκε στο στρατόπεδο συγκέντρωσης του Άουσβιτς, όπου παρέμεινε μέχρι την απελευθέρωση του από τους συμμάχους.
Όλα όσα αντιμετώπισε εκεί, κατέγραψε στο βιβλίο του “Στο τέλος, νίκησα τον Χίτλερ”, όπου περιέγραψε τις δύσκολες καταστάσεις, την “κόλαση” που βίωσε, με χιούμορ. “Στο Άουσβιτς δεν ήμουν πλέον ο Σαλμόνι αλλά ο εβραϊκός αριθμός A15810.” είπε χαρακτηριστικά.
Επέλεξα να ολοκληρώσω αυτό το κείμενο με τα υπέροχα λόγια του Benigni…”Αυτούς που ονειρεύονται τους αναγνωρίζεις, έχουν στα μάτια ένα πέπλο θλίψης. Έχουν τη μελαγχολία αποκοιμισμένη στην άκρη των χειλιών, έχουν το ύφος ανθρώπου που κάτι ψάχνει απελπισμένα.Το ονείρεμα είναι κουραστικό, δεν είναι για τον καθένα. Είναι για τους θαρραλέους όπως η θάλασσα και η αγάπη.”