Όσα πίστεψες και πάλεψες για πάρτη τους σου αξίζουν!
Της Στεύης Τσούτση.
Υπάρχει ένα παιδικό τραγουδάκι που λένε οι πιτσιρικάδες όταν θέλουν να βγάλουν ποιoς θα τα φυλάει στο κρυφτό.“Το παπούτσι σου βρωμάει άλλαξέ το”. Γελοίο θα πει κανείς, ανάξιο λόγου θα ισχυριστεί κάποιος άλλος. Κι όμως, μες την παιδική αθωότητα, τούτο εδώ το στιχάκι κρύβει μια από τις μεγαλύτερες αλήθειες της ζωής. Όταν κάτι βρωμάει πρέπει να το αλλάζουμε. Δεδομένου μάλιστα ότι κανείς από τους εκλιπόντες δεν έχει επιστρέψει για να μας διαβεβαιώσει ότι υπάρχει και δεύτερη ζωή, ένας λόγος παραπάνω. Έχουμε χρέος, λοιπόν, τη ζωή που μας χαρίζεται και δεν μπορούμε να μαντέψουμε τη διάρκειά της μα να υποθέσουμε μόνο τη μοναδικότητα της, να τη διαφυλάξουμε.
Νιώθεις πως έχεις βαλτώσει; Πως ο χρόνος περνά δίχως να τον αξιοποιείς όπως θέλεις και μπορείς;
Έχεις να δώσεις πράγματα κι όμως δεν το κάνεις; Θέλεις να ζήσεις πράγματα κι όμως οι περιστάσεις δρουν απαγορευτικά;
Έχεις κολλήσει με ανθρώπους που όμως δεν “κολλάς”; Νιώθεις ότι δε σε καταλαβαίνουν, ότι δεν είναι για σένα, ότι δεν ταιριάζετε; Δεν έχει σημασία αν είναι σχέση, φίλοι, συνάδελφοι ή συγγενείς. Σημασία έχει μόνο εκείνο το αδιέξοδο συναίσθημα της δυσφορίας κάθε φορά που πρέπει να τους αντικρύσεις, να τους συναναστραφείς, να ξοδέψεις το χρόνο σου μαζί τους.
Σταμάτα να μοιρολατρείς και να αφήνεις το χρόνο να περνά. Μία είναι η ζωή και είναι κουραστικό να στο λένε συνέχεια. Πιάσε τη τη ρημάδα από τα μαλλιά κι ανάγκασέ τη να ακολουθήσει τους ρυθμούς σου. Τόλμα να αλλάξεις ό,τι σε ενοχλεί, να κυνηγήσεις ό,τι σ’αρέσει, να παρατήσεις ό,τι σε βουλιάζει. Δεν παλεύεται αλλιώς η ζωή. Δε βολεύεται με άπειρους συμβιβασμούς. Θα κάνει κι από αυτούς, δε γίνεται αλλιώς, αλλά όχι μόνο να υποχωρείς. Όχι μόνο να ξεχνάς τα όνειρα και τους στόχους σου. Όταν ήσουν μικρός ήθελες να ξημερώσει η μέρα που θα σου ανήκει όλος ο κόσμος. Ήθελες να μεγαλώσεις για να μπορείς απερίσπαστος να κυνηγάς τις επιθυμίες σου.Και τώρα που μεγάλωσες; Τώρα είναι που παίζεις το πιο πειστικό κρυφτό από ποτέ. Κρύβεσαι πίσω από το δάχτυλό σου και φοράς μια κάλπικη ευτυχία που ξέρεις ότι δε σου ανήκει. Δεν τη θέλεις. Απλά συμβιβάστηκες μαζί της για να λες ό,τι είσαι καλά.
Για να δικαιολογείσαι για την άκαπνη ζωή σου. Αλλά δεν παλεύεται έτσι η ζωή, στο ξαναλέω. Θυμίσου εκείνο το πείσμα με το οποίο έτρεχες να φωνάξεις “φτου ξελευτερία”. Έτρεχες με όλη τη δύναμη που έκρυβε το παιδικό κορμί σου, σα να σε κυνηγούσαν χίλιοι δαίμονες και σαν να μην υπήρχε τίποτα σημαντικότερο από αυτή τη μικρή νίκη. Έτσι πρέπει να τρέξεις και τώρα που μεγάλωσες για να κερδίσεις τη ζωή. Με όλη τη δύναμη των πνευμόνων σου. Να τρέξεις και να διεκδικήσεις όσα ονειρεύτηκες. Όσα πιστεύεις ό,τι σου αξίζουν. Να τρέξεις και να τα κάνεις να σου αξίζουν αληθινά.Γιατί τα πίστεψες, τα θέλησες και δε φοβήθηκες να τα διεκδικήσεις.