Ο ύπνος στον καναπέ είναι μια συνάντηση με τον Θεό
O Στέφανος Τριαντάφυλλος του ONEMAN γράφει για τον βασιλιά των ύπνων. Τον ύπνο που σε γλυκοπαίρνει στον καναπέ.
Tέλειος ύπνος χωρίς μισάνοιχτο παράθυρο να κάνει ρεύμα δεν υφίσταται. Ο ύπνος ο ιδανικός, ο ένας, ο μοναδικός, ο απόλυτος θέλει σάλιο να τρέχει. Και καναπέ. Θέλει οπωσδήποτε καναπέ.
Λένε ότι η ελληνική γλώσσα είναι η πιο πλούσια και πως έχει μια λέξη για κάθε σου πρόβλημα. Παραμύθι. Δεν υπάρχει εν προκειμένω μια και μόνη λέξη, παρά μόνο μια περιγραφική έκφραση, για αυτό το δώρο του θεού στον άνθρωπο: τον ύπνο στον καναπέ. Ούτε για τον μεσημεριανό ύπνο, εδώ που τα λέμε. Δηλαδή, τι είναι οι Ισπανοί που έχουν τη “σιέστα”;
Καλύτεροι είναι; Ε; Ε; Είναι; Καλύτεροι; Μέχρι και οι Αμερικάνοι έχουν λέξη. “Nap”. Και εννοούν το δικό μας να εδώ τώρα κάτσε λίγο απλά λίγο απλά να κλείσω τα μάτια μου για μερικά λεπτά. Εμείς όμως τίποτα. Πάλι καλά που έχουμε καναπέδες δηλαδή.
Ας τα πάρουμε, όμως, από την αρχή. Ο μύθος λέει ότι τα παλιά τα χρόνια υπήρχε ένας άνδρας, ο οποίος έκλεψε έναν καναπέ από τον παράδεισο και τον κατέβασε στη Γη. Όταν ο κόσμος έκπληκτος τον είδε να κατεβαίνει από το βουνό, να κάνει άλμα στον καναπέ και να κοιμάται μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα, διαδοχικά έξυσε κεφάλι, σκούντηξε τον διπλανό κι άρχισε να κλαίει από συγκίνηση.
Δεν ήταν άλλος από τον Χόμερ Σίμπσον.
Αυτός, ο άνθρωπος αυτός.
Θαυμάστε χάρη. Θαυμάστε στυλ. Ο Χόμερ όχι μόνο ξέρει να ντύνεται κατάλληλα για την περίσταση ( το σώβρακο το φοράει, δεν τον φοράει ), αλλά είναι φανερό ότι έχει κάνει μεγάλη προπόνηση στην ρίψη σάλιου προς πάσα κατεύθυνση. Το μόνο που λείπει για να ολοκληρωθεί το σετ, είναι οι χαρακιές στο μάγουλο από τη μετωπική σύγκρουση με το μαξιλάρι.
Βέβαια, για να τα λέμε κι όλα δεν είναι ο μοναδικός πρέσβης του δόγματος “σαν τον ύπνο στον καναπέ δεν έχει”. Στο παρελθόν υπήρχαν κι άλλοι υπέρμαχοι, με βαριά παρακαταθήκη στον αγώνα.
Όπως ο Αλ Μπάντι, που εν συνεχεία όμως αποπροσανατολίστηκε και αφοσιώθηκε πλήρως στην καμπάνια υπέρ του χεριού μέσα από τον παντελόνι. Κύριοι, μπορείτε να φανταστείτε πως θα ήταν ο κόσμος μας, αν δεν υπήρχαν αυτοί οι γενναίοι άνδρες να πολεμήσουν για αυτά που τώρα θεωρούμε κεκτημένα;
Πέρα από τον μεγάλο Αλ, όμως, υπήρξε και μια πιο mainstream προσέγγιση στο θέμα, που όλα αυτά τα χρόνια αποτελεί την κορυφαία απεικόνιση της όλης διαδικασίας. Γνωστή στο πέρασμα των χρόνων ως το “the nap”.
Ναι ακριβώς. Είναι η σκηνή που ο Ρος και ο Τζόι (σ.σ εμείς είμαστε με Τσάντλερ, βέβαια, αλλά δεν έχει σημασία την παρούσα στιγμή) μιλούν για τον “καλύτερο ύπνο που έκαναν ποτέ”. Αγκαλιασμένοι στον καναπέ.
Δεν είπε κανείς ότι ο ύπνος στον καναπέ είναι μια μοναχική ιστορία. Ούτε ότι απαιτεί απομόνωση. Άνθρωποι μονάχοι, ξερόκλαδα σπασμένα, φίλοι, φίλες, ζευγάρια, γονείς-τέκνα, έχουν όλοι τους δικαίωμα στο όνειρο.
Ίσα-ίσα σε κάποιους πολιτισμούς ο ύπνος με μπλεγμένα πόδια και κουβερτούλα θεωρείται ένα είδος μέθεξης. Βέβαια, οι συγκεκριμένοι πολιτισμοί είναι οι ίδιοι που κρατούν το ζεστό φλιτζάνι με δύο χέρια και χρησιμοποιούν υποκοριστικά χωρίς λόγο. Αλλά σας τους αφήσουμε. Εδώ δεν είμαστε ρατσιστές.
Η συγκεκριμένη τακτική απαιτεί ιδιαίτερες αρετές. Δεν είναι για όλους. Οι έμπειροι του είδους συνήθως έχουν μικρή κουβέρτα (φλιζένια από τα IKEA) έτοιμη για κάθε ενδεχόμενο. Οι παλιοί σαολίν, για παράδειγμα, άφηναν το μαξιλάρι μονίμως στην κατάλληλη θέση, διότι πραγματικά ποιος βρίσκεται μόνος στο σπίτι και προτιμά να κάθεται στον καναπέ, από το να ξαπλώνει;
Είναι ένα από τα κοινά μυστικά μεταξύ των ανδρών. Είμαστε μονίμως ξαπλωμένοι και πίνουμε νερό απευθείας από το μπουκάλι. Και από το δεύτερο. Για την ακρίβεια το πρώτο το έχουμε για να πίνουμε με το στόμα και το δεύτερο για να λέμε ότι πίνουμε με το στόμα μόνο από το άλλο.
Υπάρχουν, βέβαια και εκείνοι που το έχουν πάει ένα βήμα παραπέρα και έχουν προμηθευτεί κουβέρτα με μανίκια για την περίσταση. Κυρίως γιατί μπορούν.
Είναι υπαρξιακό το ζήτημα, ειδικά αν ζεις μόνος σου. Λίγο και τι έγινε, πολύ που να σηκώνομαι τώρα, περισσότερο εντάξει για λίγο θα γείρω και καταλήγεις να κοιμάσαι περισσότερο στον καναπέ και λιγότερο στο κρεβάτι. Ή κατά κανόνα κοιμάσαι πρώτα στον καναπέ και μετά πας υπνοβατώντας στο κρεβάτι, έχοντας ξεχάσει το μηχάνημα στο ανάσκελο και το ροχαλητό να ξυπνάει ακόμη και σένα.
Θέλετε να το δούμε κι αλλιώς; Υπάρχουν κάποια πράγματα στη ζωή που η σχέση ικανοποίησης/ευκολίας είναι αντιστρόφως ανάλογη. Όσο πιο δύσκολα, τόσο καλύτερα. Ναι, θα μπορούσε να πει κάποιος ότι ο τέλειος ύπνος είναι σε ένα υπέρδιπλο κρεβάτι με κατάλευκα σεντόνια και κουνουπιέρα χωρίς τα κουνούπια όμως. Ένας απολαυστικός ύπνος. Ξεκούραστος και ολοκληρωμένος, σε σημείο που απαιτεί να χτυπήσεις κάρτα μετά το 8ώρο.
Είναι έτσι όμως; Μήπως τελικά οι καλύτεροι μας ύπνοι ήταν αυτοί που ξεκλέψαμε σ’ έναν καναπέ. Αυτοί που κατέληξαν από “υπνάκος” σε πρόβα θανάτου. Αυτοί που ξυπνάς, έχει νυχτώσει, έχεις ξεχάσει το όνομα σου και το πως προφέρονται τα φωνήεντα, καταλήγοντας να μουγκρίζεις, πλημμυρισμένος από μίσος για τον εαυτό σου και τους ανθρώπους.
Με τα ρούχα. Και την τηλεόραση στη διαπασών. Αυτοί που μας βρήκαν από εκεί που δεν το περιμέναμε. Βλέποντας σειρά, παρακολουθώντας έναν αγώνα αργά το βράδυ, διαβάζοντας το βιβλίο που σιγά σιγά και με τέλεια γεωμετρία κατέληξε να ακουμπάει ανοιχτό στο στήθος, πριν καταλήξει στο πάτωμα.
Κι εκεί αγαπητοί κρύβεται όλη η μαγεία του ύπνου στον καναπέ. Είναι η στιγμή που αποφασίζεις. Όταν ξάπλωσες δεν ήξερες ότι θα κοιμηθείς. Για την ακρίβεια δεν ήξερες καν ότι ήθελες να κοιμηθείς. Κι όμως η συνάντηση σου με τον Μορφέα ήταν σαν απροσδόκητος έρωτας.
Που σε χτυπούν κατακούτελα εκεί που δεν το περιμένεις. Τη στιγμή εκείνη, λοιπόν,ακούς το βιβλίο να χτυπά στο πάτωμα. Όπου βιβλίο εννοώ το τηλεκοντρόλ. Γκντουπ. Πρόσκαιρο ξύπνημα. Στο ένα κλάσμα συνειδητοποιείς ότι κοιμήθηκες στον καναπέ με τα ρούχα και στο άλλο έχεις ήδη πάρει την απόφαση να γυρίσεις πλευρό με το μυαλό σου να ψιθυρίζει ένα βαρύγδουπο (ωσάν το γκντουπ) “δεν γαμιέται”.
Ένα υπέροχο “δεν γαμιέται” που είχες τόση ανάγκη. Από αυτά τα “δεν γαμιέται” που σκορπίστηκαν στα σταυροδρόμια που συναντάς συνήθως όταν μια μέρα αποφασίσεις να κοιτάξεις πίσω.
Αν η αναθεματισμένη τηλεόραση δεν ήταν τόσο δυνατά, είναι σίγουρο ότι θα το άκουγες.