Nα ήταν πιο δυναμικός… (Οι σκέψεις ενός παιδιού στα λόγια της μαμάς του)
Κώστας 4 χρονών
(Ο Κώστας και η μαμά του έχουν πάει σε ένα παιδικό πάρτυ. Ο Κώστας με το που μπήκανε πήγε πίσω από το πόδι της μαμάς του και κάθισε μαζί της στον καναπέ)
Χμμ μεγάλος χώρος, έχει πολλά παιδάκια. Πολλά παιχνίδια. Θέλω να τα δω όλα. Έχει φασαρία, δεν ξεχωρίζω εύκολα τι θέλω, τρέχουν και παίζουν όλα τα παιδάκια και δεν ξέρω ποιό παιχνίδι είναι ελεύθερο για να παίξω. Δεν ξέρω ποιό θέλω ακόμα. Ίσως το πυροσβεστικό, έχω και εγώ τέτοιο. Ίσως το ποδηλατάκι, να περιμένω λίγο να τελειώσει το παιδάκι. Πωπω αυτό φωνάζει πολύ και τρέχει, δεν μου αρέσει, μπορεί να μπερδευτώ ή να πέσω απάνω του, να το προσέχω. Από εκεί είναι η κουζίνα αν θέλω νερό, κι εκεί έχει φαγητό, θα φάω μετά. Τι να είναι άραγε στο χωλ; Που είναι το δωμάτιο του Αντωνάκη;– Κωστάκη έλα αγόρι μου έχει τόσα παιχνίδια εδώ, έλα μην ντρέπεσαι, σε μένα κοντά θα κάθεσαι, ήρθαμε εδώ για να παίξεις, κοίτα τον Αντωνάκη που παίζει μπάλα, πήγαινε κι εσύ να παίξεις. Έλα πήγαινε, άντε
Χμμ η μαμά μου θέλει να πάω, νομίζει ότι ντρέπομαι και δεν της αρέσει που κάθομαι εδώ κοντά της, κάτι δεν της αρέσει. Πρέπει να κάνω κάτι μάλλον, κάτι την ενοχλεί που κάνω, δεν καταλαβαίνω τι κάνω και δεν της αρέσει.– Μαμά σε λίγο θέλω να πάω– Σε λίγο θα φύγουμε Κωστάκη, δεν θα κάτσουμε πολύ ώρα. Έλα πήγαινε αγορίνα μου κοίτα πόσα παιχνίδια, έλα μην κάθεσαι κοντά στη μαμά, μην φοβάσαι, πήγαινεΦοβάμαι; Μα δεν φοβάμαι, θα έπρεπε να φοβάμαι; Τι να φοβάμαι;; Θέλω σε λίγο αλλά η μαμά θέλει τώρα, αυτό είναι μάλλον δεν της αρέσει που δεν πάω τώρα. Νομίζει ότι φοβάμαι που δεν πάω τώρα. Μα δεν θέλω τώρα ακόμα, αλλά δεν θέλω η μαμά μου να νομίζει ότι φοβάμαι, θα πάω αφού το θέλει η μαμά μου. Λες να πρέπει να φοβάμαι κάτι;; – Έτσι μπράβο αγόρι μου, άντεΆρεσε στη μαμά μου. Κάτσε να δω ο Αντώνης παίζει ακόμα με το ποδηλατάκι; – Αντώνη να παίξω;– Όσι– Λίγο, θέλω– ΌοοοσιιιΜάλλον είναι καινούριο το ποδήλατο, είναι δώρο και του αρέσει– Αντωνααάκη δώσε λίγο το ποδήλατο σου στον Κώστα να κάνει και αυτός– ΟοοόσιΗ μαμά του είπε να το πάρω, δεν κατάλαβα, πάω να το πάρω– ΟΟόσι!
( Ο Αντώνης σπρώχνει τον Κώστα και πέφτει πίσω. Ο Κώστας σηκώνεται και φέυγει, πάει πάλι στη μαμά του)Ο Αντώνης δεν ήθελε καθόλου να πάρω το ποδήλατο του. Δεν μου άρεσε που με έσπρωξε. Δεν θα παίξω με τον Αντώνη, πρέπει να τον προσέχω, σπρώχνει. Θα παίξω με την Μαρία, βλέπω είναι πιο ήσυχη, μου αρέσει.– Είδες βρε παιδί μου, δεν διεκδικεί, έτσι απλά σηκώθηκε και έφυγε, δεν έμεινε εκεί να διεκδικήσει το ποδήλατο κι αυτός. Τον έσπρωξε και δεν έκανε τίποτα. Δεν ξέρω τι να κάνω να τον κάνω πιο δυναμικό. Έτσι κάθε φορά που τον σπρώχνουν δεν κάνει τίποτα, φεύγει.Τι λέει η μαμά μου; Δεν της άρεσε που έφυγα; Κάτι ήθελε να κάνω, κάτι δεν της άρεσε. Κάτι δεν κάνω καλά. Δεν ξέρω τι πρέπει να κάνω για να χαρεί η μαμά μου. Να πάω πάλι στον Αντώνη; Μα θέλω τη Μαρία. Θα πάω πάλι στον Αντώνη, μάλλον θέλει να παίξω με τον Αντώνη. Όλο θέλει να παίζω με τον Αντώνη, την κάνει χαρούμενηΩωω ο Αντώνης πηδάει ψηλά, πολύ ψηλά, πλάκα έχει, θα τον βλέπω, έχει πλάκα.
Να δω την μαμά μου το βλέπει τι πλάκα έχει;– Κοίτα τον απλά χαζεύει, δεν τολμάει και αυτός να πηδήξει, έτσι θέλει αλλά φοβάται, κι ενώ φοβάται όλο με τον Αντώνη είναι. Τον λυπάμαι τον καημένο, δεν ξέρει πως να το χειριστεί.Χμμ η μαμά μου δεν είναι χαρούμενη, κάτι κάνω και δεν της αρέσει. Μα παίζω με τον Αντώνη, δεν τον βλέπει τι πλάκα έχει; Κάτι πρέπει να κάνω, θέλει να πηδήξω κι εγώ, θέλει να τον σταματήσω, θέλει να φύγω; Δεν ξέρω.– Πήδα κι εσύ Κωστάκη, πήδα σαν τον Αντώνη μπορείς, έλα αγορίνα μου δοκίμασε κι εσύΜα δεν θέλω, θέλω να βλέπω τον Αντώνη, έχει πιο πλάκα. Αφού το θέλει η μαμά μου, θα πηδάω κι εγώ( Ο Κώστας πηδάει και πέφτει και χτυπάει. Κλαίει)Μα δεν ήθελα να πηδήξω, δεν μαρέσει να πηδάω, και τώρα η μαμά μου δεν θα είναι χαρούμενη, ήθελα απλά να βλέπω, πρέπει να πηδάω σαν τον Αντώνη να την κάνω χαρούμενη.– Δεν μπορείς ματάκια μου να πηδήξεις ε; Και θέλεις κι εσύ ε; Έλα μη μου στεναχωριέσαι, θα μάθουμε να πηδάμε σαν τον Αντώνη, εσύ ξέρεις άλλα πράγματα καλύτερα, αλλά μπορείς κι εσύ, έλα να πηδήξουμε μαζίΜπορώ, δεν θέλω να πηδάω, γιατί δεν μπορώ; Δεν μαρέσει να πηδάω, θέλω να πηδάω εκεί που ξέρω και όταν μου έρχεται, προτιμάω να περπατάω, γιατί η μαμά μου δεν θέλει να περπατάμε μαζί, ας πηδήξω(Στο αυτοκίνητο…)– Αγορίνα μου το καταλαβαίνω ότι κάποια πράγματα σου είναι δύσκολα, και ενώ θέλεις να παίζεις με τον Αντώνη νιώθεις ότι δεν είσαι δυνατός σαν κι αυτόν, αλλά εγώ πιστεύω σε σένα, είσαι δυνατός, και θα δεις θα τα καταφέρεις Δεν είμαι δυνατός λέει η μαμά. Και δεν της αρέσει, δεν είμαι σαν τον Αντώνη. Θα βλέπω τον Αντώνη να δω τι κάνει, θέλω να με αγαπάει η μαμά μου. Δεν ξέρω πως είναι να είσαι δυνατός σαν τον Αντώνη, δυνατός όπως θέλει η μαμά μου…
Πόσο πολύ παρεμβαίνουμε στο χαρακτήρα του παιδιού μας χωρίς να το καταλαβαίνουμε, πόσο πολύ η δική μας εικόνα για το τι θα θέλαμε να είναι, επεμβαίνει στη ζωή του και διαστρεβλώνει την εικόνα του. Ο Κώστας ήρεμα και ωραία μπήκε σε καινούριο χώρο και τον εξέταζε πριν νιώσει άνετα και σίγουρος για το τι θέλει να κάνει. Η μητέρα του λανθασμένα το εξέλαβε σαν ντροπή, φόβο, βάζοντας του ιδέες αλλά το πιο σημαντικό δίνοντας του το μήνυμα ότι δεν είναι ευχαριστημένη με τη συμπεριφορά του και ότι θα πρέπει να κάνει κάτι άλλο από αυτό που θέλει για να την κάνει να χαρεί. Συνέχεια η μαμά δίνει στο παιδί μηνύματα για το πως θα πρέπει να είναι για να ικανοποιηθεί η ίδια, όχι συνειδητά, από άγχος να είναι το παιδί της πιο δυναμικό, πιο κοινωνικό, να διεκδικεί. Ο Κώστας απλά χαζεύει τον Αντώνη να πηδάει, το μυαλό του πάει μέχρι εκεί, η μαμά του τον ποτίζει με ιδέες ανικανότητας, τον συγκρίνει με ένα παιδί με διαφορετικό χαρακτήρα και τον κάνει να νιώθει ανίκανο να την ικανοποιήσει αλλά και να μπει σε μια διαδικασία πάλι να κάνει κάτι που δεν θέλει. Σιγά σιγά ο Κώστας θα κοιτάει τη μαμά του να δει αν αυτό που κάνει την χαροποιεί και θα υιοθετήσει συμπεριφορές που ξέρει ότι κάνουν τη μαμά του χαρούμενη. Θα χάσει τον εαυτό του δηλαδή.Ας βγάλουμε από το μυαλό μας οποιαδήποτε εικόνα έχουμε για το παιδί μας και ας το δούμε για αυτό που είναι. Να νιώσει άνετα με τον εαυτό του να τον αγαπήσει και να τον βελτιώσει το ίδιο όπως θέλει αν θέλει στο ασφαλές δικό μας περιβάλλον.
Εμπνευσμένο από το Οι φυλακές της παιδικής μας ηλικίας, Αλις Μιλλερ.