Μάνος Λοΐζος: “Σ’ ακολουθώ σ’ αγγίζω και πονάω”. Η ιστορία του ωραιότερου-για πολλούς-ελληνικού τραγουδιού
Μάνος Λοΐζος…
Τί να πρωτογράψει κανείς για εκείνο τον σπουδαίο συνθέτη που έγραψε τη δική του μεγάλη ιστορία στο ελληνικό τραγούδι… Δεν είχε μόνο το χάρισμα να δημιουργεί εξαιρετικές μελωδίες. Είχε την τύχη να συνεργαστεί με υπέροχους ανθρώπους…
Ανάμεσά τους: τον Λευτέρη Παπαδόπουλο, τον Φώντα Λάδη και τον Γιάννη Νεγρεπόντη και Δημήτρη Χριστοδούλου στους στίχους και με τους ερμηνευτές Στέλιο Καζαντζίδη, Μαρία Φαραντούρη, Χάρις Αλεξίου, Γιώργο Νταλάρα, Γιάννη Καλατζή, Δήμητρα Γαλάνη.
Από τη Μανταλένα Μαρία Διαμαντή
Όσοι τον γνώρισαν ήταν σαν να τους σφράγισε με μία αόρατη σφραγίδα. Εμείς, υπόλοιποι, μάθαμε εκείνον μέσα από τα τραγούδια του.
Γεννήθηκε στις 22 Οκτωβρίου του 1937 στην Αλεξάνδρεια -ή σύμφωνα με άλλες μαρτυρίες στη Λάρνακα και λίγο αργότερα μετανάστευσαν οικογενειακώς στην Αίγυπτο προς αναζήτηση καλύτερης ζωής –
Με τη μουσική άρχισε να ασχολείται στα 14 του χρόνια όταν ζήτησε από τον πατέρα του να του αγοράσει ένα βιολί. Όταν όμως, αποφάσισε να ασχοληθεί με τη μουσική, του στερείται το συνάλλαγμα που δικαιούνταν σαν φοιτητής, και με τα λίγα χρήματα που κρυφά του στέλνει ο πατέρας του από την Αλεξάνδρεια, προσπαθεί να τα ανταπεξέλθει. Ήταν τα πιο δύσκολα χρόνια της ζωής του. Είναι εξαιρετικά φτωχός κι αναγκάζεται να μένει σε φίλους, γνωστούς… Ξεκίνησε να δουλεύει σαν γκαρσόνι με αντάλλαγμα το καθημερινό του φαγητό.
Φτάνει όμως εκείνη η στιγμή, το 1960, που ο Μάνος συνθέτει το πρώτο του τραγούδι: «Το τραγούδι του Δρόμου». Πρόκειται για ένα ποίημα του Λόρκα το οποίο είδε δημοσιοποιημένο σε εφημερίδα. Αυτό ήταν και το έναυσμα για να έρθει σε επαφή με τους άλλους καλλιτέχνες της εποχής του.
Τα «Γράμματα στην Αγαπημένη» σε στίχους του Τούρκου ποιητή Ναζίμ Χικμέτ με απόδοση στα ελληνικά του Γιάννη Ρίτσου, είναι ο τελευταίος του δίσκος.
To 2007 χαρακτηρίστηκε από τον μουσικό χώρο ως έτος Μάνου Λοΐζου τιμώντας έτσι τα 70 χρόνια από τη γέννησή του και τα 25 χρόνια από τον θάνατό του.
Όταν ακούω το όνομα Μάνος Λοίζος, στο μυαλό μου έρχεται κάθε φορά εμένα συγκεκριμένο τραγούδι. Μπορεί να είναι στο ίδιο ύφος με όλα τα δημιουργήματά του , αλλά ιστορικά πρόκειται για το ωραιότερο -ίσως- που έγραψε ποτέ…
Το Σ`ακολουθώ…
Ποιά είναι άραγε η ιστορία του;
Την εποχή που το έγραψε,ο συνθέτης διένυε μια πολύ δύσκολη περίοδο στην προσωπική ζωή του. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να κλειστεί αρκετά στον εαυτό του. Οι πιο στενοί φίλοι του βρίσκονταν κοντά του και προσπαθούσαν να τον βοηθήσουν για να ξεπεράσει τα προβλήματά του. Μπορεί να διαισθανόταν ότι η ζωή που του απέμενε δε θα είχε μεγάλη διάρκεια…
Τότε, είχε γνωρίσει κάποια πρόσωπα που τον έκαναν να αισθάνεται ιδιαίτερα όμορφα και διαφορετικά. Ένα από αυτά, ήταν μια κοπέλα που είχε ζήσει χρόνια στη Γαλλία. Ο Λοΐζος την είδε για πρώτη φορά στο Παρίσι κατά τη διάρκεια της δικτατορίας. Στα τέλη της δεκαετίας του ’70 είχαν αρχίσει να κάνουν περισσότερη παρέα. Τους άρεσε να συζητάνε ατελείωτες ώρες για διάφορα θέματα. Ήταν μια καθαρά «πλατωνική» σχέση, ωστόσο ο συνθέτης ένιωθε διαφορετικά για εκείνη τη γυναίκα… Τον είχε συνεπάρει…
Ενώ βρισκόταν σε πολύ άσχημη ψυχολογική κατάσταση, φώναξε στο σπίτι του τον φίλο και παραγωγό του Αχιλλέα Θεοφίλου. Ήταν Μεγάλη Εβδομάδα του 1980. Και οι δύο ήπιαν πολύ και καθώς ήταν μεθυσμένος ο Μάνος, κάθισε στο πιάνο κι έγραψε το «Σ’ ακολουθώ» πάνω σε δικούς του στίχους. Κι αυτό το τραγούδι που έμελλε να είναι η τελευταία σπουδαία κατάθεσή του στην ιστορία του ελληνικού τραγουδιού…
Λέγεται ότι είχε σκοπό ως πρώτη λέξη στο ρεφρέν να συμπεριλάβει και το δισύλλαβο όνομα της κοπέλας, η οποία αποτέλεσε πηγή έμπνευσής του. Τελικά πείστηκε να μη το κάνει κι έτσι έμεινε όπως το γνωρίζουμε…«Έλα, κράτησέ με…».
Στο στούντιο, το τραγούδι ηχογραφήθηκε με μια λιτή ορχήστρα με επικεφαλής κιθάρες.
Ο Γανωσέλης όμως του πρότεινε να το ηχογραφήσει μόνο μ’ ένα πιάνο. Αυτό έγινε αλλά στο τέλος ο Λοΐζος προτίμησε να κρατήσει την εκτέλεση με την ορχήστρα.Το playback με το πιάνο κρατήθηκε στην ταινία κι όταν δύο χρόνια αργότερα ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου επέλεξε το «Σ’ ακολουθώ» για το δίσκο του «Φοβάμαι», χρησιμοποιήθηκε αυτό στην ηχογράφηση…
Σ’ ακολουθώ στην τσέπη σου γλιστράω σαν διφραγκάκι τόσο δα μικρό Σ’ ακολουθώ και ξέρω πως χωράω μες στο λακκάκι που `χεις στο λαιμό
Έλα κράτησέ με και περπάτησέ με μες στο μαγικό σου το βυθό πάρε με μαζί σου στο βαθύ φιλί σου μη μ’ αφήνεις μόνο θα χαθώ
Σ’ ακολουθώ και πάνω σου κολλάω σαν φανελάκι καλοκαιρινό Σ’ ακολουθώ σ’ αγγίζω και πονάω κλείνω τα μάτια και σ’ ακολουθώ
Η ερμηνεία του Βασίλη Παπακωνσταντίνου είναι πραγματικά εκπληκτική…
Στο άκουσμα όμως της «σιωπηλής» φωνής του Μάνου Λοΐζου δεν μπορούμε παρά να υποκλιθούμε…