Κι όσο εσύ με είχες στην αναμονή, εγώ σε έβαλα στο “άντε γεια”
“Δεν είναι η κατάλληλη στιγμή να μιλήσουμε”, “Περίμενε λιγάκι έχω κάτι σοβαρό να κάνω”, “Δεν μπορώ τώρα”.
Από περίμενε σε δεν μπορώ και από δεν μπορώ σε δεν θέλω με είχες, κι εγώ εκεί, να περιμένω, πότε θα θελήσεις, πότε θα μπορέσεις πότε επιτέλους θα έχεις λίγο χρόνο να αφιερώσεις.
Περίμενα υπομονετικά, πολύ καιρό. Πάρα πολύ καιρό για τα δεδομένα μου, κι αν ενδιαφερόσουν έστω και λίγο να με γνωρίσεις θα το είχες καταλάβει αυτό χωρίς να χρειαστεί να καταλήξουμε έτσι. Δεν περίμενα ποτέ και κανέναν. Όποιος με ήθελε έβρισκε χρόνο για εμένα. Για να με δει, να μου μιλήσει, να μου στείλει ένα μήνυμα βρε αδερφέ. Να δείξει λίγο ενδιαφέρον. Με εσένα τα πράγματα άλλαξαν πορεία. Περίμενα, νωχελικά και αδιάφορα πότε θα έχεις όρεξη να μιλήσουμε για κάτι σοβαρό, πότε θα θες να με δεις χωρίς το χρονόμετρο να τρέχει. Πότε επιτέλους θα βρεθούμε χωρίς ο χρόνος να πιέζει σαν λαιμητόμος πάνω από τα κεφάλια μας.
Και όσο εγώ περίμενα εσύ έκανες την ζωούλα σου ανενόχλητος. Έβγαινες, ξενυχτούσες, είχες τα φιλαράκια σου, τη ζωούλα σου γενικά ρε παιδί μου. Και για μένα, ούτε δεκάρα τσακιστή. Ούτε μισό δευτερόλεπτο του χρόνου σου.
Και κάθε φορά άκουγα τα ίδια. “Δεν είναι η κατάλληλη στιγμή να μιλήσουμε, έχω δουλειά, θα σε πάρω εγώ αργότερα, αλήθεια.”. Και το αργότερα δεν ερχόταν ποτέ. Στηνόμουν πάνω από το τηλέφωνο να δω μήπως και θυμηθείς πως έχεις μια υποχρέωση. Αλλά πού τέτοια τύχη;
Όμως φίλε μου η υπομονή έχει και όρια. Όρια λεπτά, σαν μία κλωστή. Δεν μπορείς να σουλατσάρεις πάνω τους χωρίς να αρχίσουν να φθίνουν. Δεν μπορείς να τα αγγίζεις αναιδέστατα και να περιμένεις να αντέξουν. Δεν γίνεται να πιστεύεις πως θα κρατήσουν για πάντα λες και δεν τα παραβίασες ποτέ. Με κάθε σου “περίμενε”, “δεν μπορώ”, “δεν θέλω”, τα όρια λέπταιναν επικίνδυνα. Μόνο που ήσουν πολύ απασχολημένος για να το καταλάβεις. Ή έκανες πως δεν καταλάβαινες. Οτιδήποτε σε βόλευε εκείνη την στιγμή.
Έτσι , λοιπόν, φίλε μου τα όρια μου κάποια στιγμή έσπασαν. Άντεξαν παραπάνω από όσο ήταν φτιαγμένα να αντέξουν και έσπασαν με πολύ θόρυβο. Και αυτός ο θόρυβος με ξύπνησε. Με έκανε να καταλάβω πόσο ανόητη ήμουν που περίμενα κάποιον σαν εσένα.
Εσένα, που δεν μπορείς να αποφασίσεις για τα πιο απλά πράγματα. Και περίμενα από εσένα η ανόητη να κάνεις σοβαρή κουβέντα. Για αυτό λοιπόν αγοpάκι μου γλυκό όσο με είχες στο περίμενε και στο φτύσιμο αποφάσισα πως από εδώ και πέρα θα σε βάλω στο “άντε γεια”.
Άντε γεια και μην τολμήσεις να με ενοχλήσεις. Μην τολμήσεις να μου ζητήσεις τα ρέστα για την συμπεριφορά μου. Να θυμάσαι πως η συμπεριφορά μου δημιουργήθηκε από την δική σου συμπεριφορά. Από τη στιγμή που δεν μπορείς να αποφασίσεις τι θες θα σε βγάλω από τη δύσκολη θέση. Ξέρω εγώ τι θέλω. Κι αυτό φίλε μου ΔΕΝ είσαι εσύ. Μου τελείωσες πριν καν αρχίσεις.
Άντε γεια!