Φυγή, από τον Γιώργο Σεφέρη
Δὲν ἦταν ἄλλη ἡ ἀγάπη μας ἔφευγε ξαναγύριζε καὶ μᾶς ἔφερνε ἕνα χαμηλωμένο βλέφαρο πολὺ μακρινὸ ἕνα χαμόγελο μαρμαρωμένο, χαμένο
μέσα στὸ πρωινὸ χορτάρι ἕνα παράξενο κοχύλι ποὺ δοκίμαζε νὰ τὸ ἐξηγήσει ἐπίμονα ἡ ψυχή μας. H ἀγάπη μας δὲν ἦταν ἄλλη ψηλαφοῦσε σιγὰ μέσα στὰ πράγματα ποὺ μᾶς τριγύριζαν νὰ ἐξηγήσει γιατί δὲ θέλουμε νὰ πεθάνουμε μὲ τόσο πάθος.
[squareadv]
Κι ἂν κρατηθήκαμε ἀπὸ λαγόνια κι ἂν ἀγκαλιάσαμε μ᾿ ὅλη τὴ δύναμή μας ἄλλους αὐχένες κι ἂν σμίξαμε τὴν ἀνάσα μας μὲ τὴν ἀνάσα ἐκείνου τοῦ ἀνθρώπου κι ἂν κλείσαμε τὰ μάτια μας, δὲν ἦταν ἄλλη μονάχα αὐτὸς ὁ βαθύτερος καημὸς νὰ κρατηθοῦμε μέσα στὴ φυγή.
