Η έκθεση μιας μαθήτριας της Α’ Λυκείου για την κρίση στην Ελλάδα
«Μήπως τελικά η Ελλάδα κάποτε πεθαίνει»;
Η νεολαία συνηθίζουμε να λέμε πως είναι ο καθρέφτης της κοινωνίας μιας χώρας και φυσικά το μέλλον της. Παλαιότερα, πριν η κρίση χτυπήσει την ελληνική οικογένεια, η μαθητική νεολαία μέσα στο σχολείο και στις εκθέσεις της έγραφε για τον πολιτισμό, την δυνατή πολιτιστική κληρονομιά μας και το μέλλον που τότε φάνταζε πιο σταθερό και αισιόδοξο.
Στο χαρτί αποτυπωνόταν ένας δυναμισμός και μια περηφάνια για μια χώρα δυνατή… που δεν πεθαίνει ποτέ. Σήμερα, οι εκθέσεις των μαθητών συνεχίζουν να αποπνέουν έναν δυναμισμό προς την κατεύθυνση όμως της αλλαγής και της πράξης για να καταφέρει η χώρα μας να αποκτήσει τη χαμένη της αίγλη. Αυτή η ελπίδα για ένα καλύτερο μέλλον, αποτυπώνεται στην έκθεση μιας μαθήτριας της πρώτης Λυκείου με το όνομα, Εύη Γοντζέ. Έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον μέσα από τα γραφόμενα της να δούμε και να καταλάβουμε πώς πορεύεται και τι σκέφτεται η νεολαία μας για όλα αυτά που βιώνουμε σαν χώρα εν έτει 2016.
«Η Ελλάδα σήμερα
Μήπωσ τελικά η Ελλάδα κάποτε πεθαίνει;
Αναμφίβολα, μας κολακεύει η άποψη που ακούγεται συχνά ότι η Ελλάδα είναι η ωραιότερη χώρα στον κόσμο λόγω του ήλιου της, της Ακρόπολης και γενικότερα λόγω της ιστορίας της. Όμως, αυτό πια αφορά σε μια πλασματική Ελλάδα, σε μια Ελλάδα που ίσως υπήρξε, όπως περιγράφεται, πριν από 100 ή τόσα περίπου χρόνια. Σήμερα όποιος έκφράζει αυτήν την άποψη μπορεί να θεωρηθεί μάλλον παράλογος, ρομαντικός μέχρι και φαντασμένος. Αν ζητήσεις από ένα ξένο να σου πει κατι σχετικό με την Ελλάδα είναι σχεδόν σίγουρο πως θα απαντήσει: ‘’economic crisis’’ ή ‘’chaos’’, δεν θα σου απαντήσει Σωκράτης ή Πλάτωνας που υποσυνείδητα είναι πολύ πιθανό να του έχει περάσει από το μυαλό.
Ωστόσο, είναι ευρέως γνωστό, ότι τα θεμέλια του πολιτισμού και της δημοκρατίας τέθηκαν από τους αρχαίους Έλληνες και βεβαίως όλοι είμαστε και θα έπρεπε να είμαστε περήφανοι γι’αυτό. Παρ’όλα αυτά, τι γίνεται σήμερα που η χώρα μας έχει ένα από τα υψηλότερα ποσοστά πολιτισμικού, πολιτιστικού και ιστορικού αναλφαβητισμού; Παράγουμε ακόμα πολιτισμό ή τον καταστρέφουμε; Μήπως τώρα μπορούμε να καταλάβουμε καλύτερα «γιατί η Ευρώπη μας κούνησε το δάχτυλο;» (ΤΟ ΒΗΜΑ, Κυριακή 7 Μαρτίου 2010, Γ. Μπαμπινιώτης) Σε αρκετούς ανθρώπους το πρώτο επίθετο που τους έρχεται στο μυαλό για να προσδιορίσουν, να περιγράψουν την Ελλάδα του σήμερα είναι «απογοητευτική», δικαιολογημένα, καθώς η Ελλάδα αυτή τη στιγμή είναι ένα χάος. Έχει χάσει κάθε είδους στόχο, αφού αντιμετωπίζει οικονομικά ζητήματα. Έχουμε χαθεί στον ατελείωτο δρόμο που οδηγεί στο τέλος της οικονομικής κρίσης, διασχίζοντας τα μονοπάτια της διαφθοράς, της υποκρισίας και της παρακμής. Ναι, μπορεί να έχουμε τον αξιοζήλευτο ήλιο και αυτά τα πανέμορφα νησιά αλλά δεν είναι αρκετό. Όταν οι ίδιοι οι πολιτικοί ηγέτες δεν σέβονται και δεν ενδιαφέρονται για τον τόπο τους δεν είναι περίεργο που πετάμε στο δρόμο τα σκουπίδια, που καπνίζουμε σε κλειστούς χώρους, που δεν μαθαίνουμε την ιστορία μας, που αδιαφορούμε για την παιδεία και για τον πολιτισμό.
Ας είμαστε ρεαλιστές, δεν μπορούμε να περιμένουμε να γίνει ένα θαύμα και να αλλάξουν όλα. Είναι κοινός τόπος ότι οι περισσότεροι τομείς του Ελληνικού κράτους αυτή τη στιγμή πλήττονται ανεπανόρθωτα, αλλά δυστυχώς δεν διακρίνεται κάποιου είδους αντίσταση, αντίδραση ή κινητοποίηση. Αν επιδιώκουμε να δούμε την χώρα μας να ανθίζει ξανά μετά από μια μακρά περίοδο χειμερίας νάρκης, απαιτούνται μικρές και μεγάλες, ουσιαστικές και καθοριστικές, συνεχείς και σταθερές προσπάθειες, έχοντας ως πρώτο βήμα την συνειδητοποίηση της δεινής μας κατάστασης γιατί η επίλυση ενός προβλήματος αρχίζει πάντα με τον εντοπισμό και την αποδοχή του. Δεύτερο βήμα μπορεί να αποτελέσει η αναθεώρηση της άποψης, της στάσης καλύτερα του σύγχρονου Έλληνα απέναντι στην ανθρωπιστική παιδεία σε σχέση πάντα με την τεχνοκρατική και χρησιμοθηρική σημερινή αντίληψη, αναδιαμορφώνοντας τα σχολικά εγχειρίδια, εφαρμόζοντας μαθητοκεντρικό σύστημα, προσλαμβάνοντας πραγματικά ικανούς και εμπνευσμένους καθηγητές, αποφεύγοντας το σύστημα της καθαρής απομνημόνευσης και εκτοπίζοντας από θέσεις εξουσίας απαίδευτους τεχνοκράτες, αφού η παιδεία και η μόρφωση είναι τα ισχυρότερα «όπλα» που διαθέτει καθένας από εμάς.
Ένα τρίτο βήμα, είναι ο Έλληνας πολίτης να ξαναβρεί το χαμένο ενδιαφέρον και σεβασμό που τρέφει για την πατρίδα του και να καταλάβει για παράδειγμα πως όταν δεν παίρνει εισιτήριο για τα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς, όταν δεν ζητάει απόδειξη, όταν δεν πληρώνει τους φόρους του, όταν πετάει κάτω την γόπα του τσιγάρου του, ενώ άμεσα φαίνεται να «κερδίζει» κάτι, έμμεσα, βλάπτει σοβαρά και εκείνον αλλά και την ίδια του την χώρα.
Ελπίζω από τα παραπάνω λοιπόν, να καθίσταται σαφές ότι η Ελλάδα μαζί με την ελπίδα έχει την δυνατότητα να μην πεθάνει αν όλοι από δω και πέρα καθημερινά με τις πράξεις μας προσπαθήσουμε να ξανά χτίσουμε μια Ελλάδα αξιόλογη και αξιέπαινη, μια Ελλάδα για την οποία θα είμαστε περήφανοι και για τα σύγχρονα επιτεύγματά της όχι μόνο για αυτά που συνέβησαν στο ένδοξο ιστορικό της παρελθόν.
Για να μην πληγωνόμαστε όπου και να ταξιδέψουμε στην Ελλάδα, ήρθε η στιγμή να ξαναφτιάξουμε αυτόν τον τόπο, τον μικρό τον μέγα»…