Είστε κυνικοί, «ανάποδοι» κι απαισιόδοξοι; Είστε χαρισματικοί και ζείτε καλύτερη ζωή
Ίσως να έχετε γνωρίσει αυτό το είδος ανθρώπου, ίσως, να είστε εσείς ένας τέτοιος: κάτι περισσότερο από δύσκολος, κάπως απρόβλεπτος στις αντιδράσεις, κάπως απαισιόδοξος, σαφώς κυνικός, κυρίως στρυφνός. Εκείνη η περίπτωση συντρόφου / συνεργάτη / προϊσταμένου, που δεν ξέρεις πότε είναι καλή στιγμή για να του μιλήσεις, που δίνει την εντύπωση ότι θα γκρινιάξει με το παραμικρό στην καλύτερη περίπτωση, ότι θα κατακεραυνώσει τους πάντες στη χειρότερη.
Εκείνο το είδος που δεν μένει ποτέ ικανοποιημένο από τίποτα και από κανέναν. Που δεν χαίρεται σχεδόν ποτέ ούτε με τα δικά του επιτεύγματα. Η άποψη σας γι’ αυτόν τον άνθρωπο ίσως να μην είναι καλύτερη. Ίσως να τον θεωρείτε απαιτητικό, σχολαστικό, κάπως μαυρόψυχο, ίσως και υποκριτή, διότι για τον πολύ κόσμο διατηρεί ένα χαμογελαστό προσωπείο και το πραγματικό πρόσωπο του το αποκαλύπτει μόνο στους κοντινούς του που υφίστανται τις απαιτήσεις και τη… γκρίνια του. Ο/η σύντροφος, οι συνεργάτες, οι φίλοι είναι εκείνοι που φαίνεται να γνωρίζουν ποιος πραγματικά είναι.
Oι αισιόδοξοι, με τη μονίμως ανεβασμένη διάθεση, είναι εκείνοι που ξέρουν να παίρνουν ρίσκα, να εμψυχώνουν την ομάδα, να γοητεύουν τους γύρω τους, είναι, όμως, κι εκείνοι, που λόγω αισιοδοξίας είναι και οι πιο εκτεθειμένοι σε κινδύνους.
Σε σχετικό δημοσίευμα του BBC αναφέρεται χαρακτηριστικά η περίπτωση του ηθοποιού Χιου Γκραντ. Οι θαυμαστές του, το θεατρικό κοινό τον ξέρουν ως τον γλυκό, γοητευτικό, ταλαντούχο ηθοποιό με τη χαρακτηριστική βρετανική προφορά και το ηχόχρωμα φωνής που τον έκανε διάσημο. Η πρώην του Λιζ Χάρλεϊ, ίσως, να μην έχει τα καλύτερα να πει για την ιδιαίτερη ιδιοσυγκρασία του πρώην συντρόφου της, τον οποίο ουκ ολίγες φορές έχει χαρακτηρίσει βασιλιά της γκρίνιας, των απαιτήσεων, της σχολαστικότητας, πέρα απ’ όλα τα υπόλοιπα, εκείνα που έχουν δει το φως της δημοσιότητας για τις ακρότητες του και κάποτε τα μπλεξίματα του με τον νόμο. Ας μείνουμε, όμως, στο θέμα: ο Γκραντ εμφανίζεται ως κάποιος που δεν είναι ποτέ ευχαριστημένος με τίποτα. Ούτε με τον εαυτό του. Δεν είναι ότι πάσχει από αίσθημα υπεροχής, ότι πιστεύει πως είναι καλύτερος από τους άλλους. Όχι. Βλέπει το ποτήρι πάντα μισο-άδειο και αυτό είναι αρκετό για να είναι μονίμως στρυφνός. Ο Γκραντ -και όσοι εμφανίζουν τα ίδια χαρακτηριστικά- είναι ο λόγος για τους οποίους, οι σχολές Ψυχολογίας δίνουν τόση έμφαση στη θετική ενέργεια, στις αισιόδοξες σκέψεις, στα λεγόμενα motivation schools.
Όμως, η αλήθεια είναι ότι το να είσαι πεσιμιστής και κυνικός έχει και τα θετικά του. Αυτού του είδους οι άνθρωποι είναι καλύτεροι στις διαπραγματεύσεις, πιο διαυγείς όταν καλούνται να λάβουν σοβαρές αποφάσεις και σύμφωνα με έρευνες αυτοί που αντιμετωπίζουν τον λιγότερο πιθανό κίνδυνο να πάθουν καρδιακή προσβολή. Ομοίως, οι κυνικοί απολαμβάνουν σταθερότητα στις σχέσεις και στον γάμο τους, υψηλότερες οικονομικές απολαβές στις εργασίες τους και- μακροζωία. Σύμφωνα με τον Matthijs Baas, ερευνητή και διδάκτορα Ψυχολογίας του Πανεπιστημίου του Άμστερνταμ, ο οποίος από το 2009 αποφάσισε να ερευνήσει το θέμα εις βάθος, η ζωή, για να το πούμε κομψά, φαίνεται ότι αγαπά τους κυνικούς και τους πεσιμιστές.
Ναι μεν, οι αισιόδοξοι, με τη μονίμως ανεβασμένη διάθεση, είναι εκείνοι που ξέρουν να παίρνουν ρίσκα, να εμψυχώνουν την ομάδα, να γοητεύουν τους γύρω τους, είναι, όμως, κι εκείνοι, που λόγω αισιοδοξίας – ίσως και υπερβολικής αυτοπεποίθησης – είναι και οι πιο εκτεθειμένοι σε κινδύνους: πίνουν περισσότερο, ο αυθορμητισμός και οι παρορμήσεις τους ενίοτε τους στοιχίζουν σχέσεις ζωής και, μεταξύ άλλων, είναι περισσότερο εκτεθειμένοι στο μη ασφαλές σeξ.
Παρά τα θρυλούμενα ότι ο θυμός προετοιμάζει το σώμα για κάποιου είδους επιθετικότητα, ταυτόχρονα ενισχύει την ψυχολογική δύναμη του ατόμου, για να πάρει ρίσκα τη σωστή στιγμή και να μην αποτύχει.
Μπορεί, όμως, ο θυμός, η θλίψη και η απαισιοδοξία να γίνουν κινητήριες δυνάμεις για οτιδήποτε καλό; Μεγαλοφυΐες, όπως ο Μπετόβεν, φημίζονταν για την κακή τους διάθεση, τη μελαγχολία και τις εκρήξεις θυμού, αλλά και για την εξαιρετική δουλειά τους, την υψηλή αίσθηση ευθύνης και την ποιότητα οποιουδήποτε έργου τους. Ο Baas αναζήτησε τη σύνδεση ανάμεσα σ’ αυτές τις συμπεριφορές και την υπεροχή στη δουλειά και στη ζωή τέτοιου είδους προσωπικοτήτων. Για να το διαπιστώσει αυτό χρησιμοποίησε μία ομάδα εθελοντών φοιτητών, οι οποίοι έπρεπε να διεκπεραιώσουν μία συγκεκριμένη εργασία, οι μισοί από αυτούς σε κατάσταση θυμού και οι άλλοι μισοί σε κατάσταση θλίψης. Για να φτάσουν σε αυτή τη συναισθηματική κλιμάκωση ο Baas τους είχε ζητήσει να ανακαλέσουν αναμνήσεις από βιώματα που τους είχαν εξοργίσει ή τους είχαν βυθίσει στη θλίψη.
Από το πείραμα του προέκυψε ότι η ομάδα των “θυμωμένων”είχε σαφώς καλύτερες επιδόσεις σε ό,τι αφορούσε στην έμπνευση και στην καινοτομία. Η αδόμητη σκέψη των “θυμωμένων” μπορούσε να λειτουργήσει ευεργετικά σε πρότζεκτς που απαιτούσαν ταχύτητα, ακρίβεια και έμπνευση της στιγμής. “Ο θυμός προετοιμάζει το σώμα και ενεργοποιεί όλες εκείνες τις πηγές που χρειάζονται, όταν όλα γύρω μας μας λένε ότι η κατάσταση είναι κακή, ότι όλα είναι εναντίον μας. Είναι η κινητήριος δύναμη, που θα εκτονώσει όλα τα αποθέματα δημιουργικότητας και ενέργειας που κρύβουμε μέσα μας”, εξηγεί ο Baas και συνεχίζει: “Επιστημονικά, αυτό εξηγείται ως εξής: όπως όλα τα συναισθήματα, ο θυμός ξεκινά από την αμυγδαλή, μία δομή του εγκεφάλου σε σχήμα αμύγδαλου, η οποία ανιχνεύει οτιδήποτε απειλεί τον τρόπο που νιώθουμε. Αρκεί η εντύπωση μιας απειλής και μια σειρά από χημικές διαδικασίες ενεργοποιεί τον εγκέφαλο για να έρθετε σε κατάσταση ετοιμότητας. Μέχρι να πλημμυρίσει ο εγκέφαλος σας από αδρεναλίνη, έχετε ήδη καταληφθεί από μία αδιαπραγμάτευτη οργή. Αυτό μπορεί να διαρκέσει για λίγα λεπτά, επιταχύνοντας τους παλμούς της καρδιάς σας και εκτοξεύοντας την αρτηριακή σας πίεση, κοκκινίζοντας το πρόσωπο σας και διογκώνοντας τις κροταφικές φλέβες. Τώρα σκεφτείτε πόσα είστε σε θέση να κάνετε σε αυτή την κατάσταση”.
Η απάντηση του επιστήμονα είναι “πολλά”. Παρά τα θρυλούμενα ότι ο θυμός προετοιμάζει το σώμα για κάποιου είδους επιθετικότητα, ταυτόχρονα ενισχύει την ψυχολογική δύναμη του ατόμου, για να πάρει ρίσκα τη σωστή στιγμή και να μην αποτύχει. Και με τη λύπη, τι γίνεται; Κατά την ίδια έρευνα, η ομάδα των “θλιμμένων” ήταν αυτή που απέδωσε την πιο σχολαστική, ποιοτικά υψηλή εργασία. Όπως και πάλι τονίζει ο Baas η θλίψη δεν έχει μόνο αρνητική επίδραση στη ζωή μας. Μας αναγκάζει σε ένα είδος υψηλής αυτοσυγκέντρωσης και προσήλωσης, που μπορεί να αποβεί ευεργετική για οτιδήποτε με το οποίο καταπιανόμαστε.
Σύμφωνα με τον Joseph Forgas, διδάκτορα κοινωνικής ψυχολογίας στο πανεπιστήμιο New South Wales, στο Σίδνεϊ, ο οποίος και μελετά τη συγκεκριμένη σύνδεση αρνητικών συναισθημάτων με μεγαλοφυείς ενέργειες που άλλαξαν τον κόσμο σε όλα τα επίπεδα, τα αρνητικά συναισθήματα διαμορφώνουν ιδιαίτερες προσωπικότητες, αυστηρές μεν, ωστόσο, παρατηρητικές, εφευρετικές, προσηλωμένες στο αντικείμενο τους.
Με μελέτες που εκτείνονται μέσα σε 4 δεκαετίες ο Forgas σχεδόν επιμένει ότι οι γκρινιάρηδες, εριστικοί, απαισιόδοξοι τύποι είναι συνήθως εκείνοι στους οποίους χρωστάμε όλες τις μεγάλες στιγμές που έχουν σφραγίσει τις επιστήμες, τη λογοτεχνία, τον κινηματογράφο, τη μουσική. Όπως χαρακτηριστικά επισημαίνει σε μία από τις μελέτες του, πρακτικά θεωρεί αυτό το μείγμα κυνισμού – μελαγχολίας – γκρίνιας – θυμού ως συνδυασμό υπεύθυνο για τα μεγαλύτερα αριστουργήματα του κόσμου σε όλους τους τομείς. Οπότε την επόμενη φορά που κάποιος θα σας πει να χαμογελάτε συχνότερα ή που εσείς θα δώσετε αυτού του είδους τη συμβουλή, αναρωτηθείτε ξανά μήπως πρόκειται για μια καθόλου χρήσιμη συμβουλή;