Θρήνος στην ΑΕΚ: Πέθανε ο σπουδαίος Ανδρέας Σταματιάδης
Θρήνος επικρατεί στην ΑΕΚ και το ελληνικό ποδόσφαιρο, καθώς έφυγε από τη ζωή ο Ανδρέας Σταματιάδης σε ηλικία 89 ετών, με τον ίδιο να έχει υπάρξει ένας εκ των σπουδαιότερων παικτών στην ιστορία του «Δικεφάλου».
Γεννημένος στην Αθήνα στις 16 Αυγούστου 1935, ξεκίνησε το ποδόσφαιρο από την ΑΕ Νέας Μελανδίας το 1947. Τον επόμενο χρόνο (1948) αγωνίστηκε στη Σπάρτα Αθηνών (Πετραλώνων) η οποία τον είχε δει αγωνιζόμενο με την Ένωση Μελανδίας. Το 1950, σε ηλικία 15 ετών, μετά από δοκιμή εντάχθηκε στην ΑΕΚ, όπου παρέμεινε επί 19 συναπτά έτη, μέχρι το 1969 όταν αποσύρθηκε από την ενεργό δράση σε ηλικία 33 ετών.
Στη συνέχεια κάθισε και στον πάγκο της Ένωσης ως βοηθός και ως υπηρεσιακός, αντικαθιστώντας τον Πούσκας, διατηρώντας την ΑΕΚ στην κορυφή και κατακτώντας τον τίτλο του 1979. Με τη βοήθεια του γιου του Κώστα, ο Ανδρέας Σταματιάδης παρέθεσε στο Gazzetta τη δική του ξεχωριστή ιστορία από τη Νέα Φιλαδέλφεια ανασύροντας από τη μνήμη του όσα έγιναν πριν από 72 χρόνια όταν πήγε 15 χρονών για να δοκιμαστεί εκεί για χάρη της ΑΕΚ. Μια επίσκεψη που έμελλε να τον συνδέσει στη συνέχεια για πάντα με την Ένωση.
Με την Ένωση κατάκτησε ως ποδοσφαιριστής δύο πρωταθλήματα Α’ Εθνικής (1962-63, 1967-68) και τρία κύπελλα Ελλάδας (1955-56, 1963-64, 1965-66).
Ο Σταματιάδης είχε 8 συνολικά συμμετοχές με τη γαλανόλευκη φανέλα. Το ντεμπούτο του πραγματοποιήθηκε στις 8 Μαρτίου 1954 στην εκτός έδρας νίκη με 2-0 εναντίον του Ισραήλ για τα προκριματικά του Μουντιάλ 1954. Τελευταία του συμμετοχή ήταν στις 27 Νοεμβρίου 1963 όταν η Ελλάδα αντιμετώπισε εκτός έδρας σε φιλικό αγώνα την Κύπρο.
Ως προπονητής, η πρώτη ομάδα που ανέλαβε ο Ανδρέας Σταματιάδης ήταν η Ρόδος, την περίοδο 1969-70. Την πενταετία 1974-1979 εργάστηκε ως βοηθός προπονητή στην ΑΕΚ, αρχικά του Φράντισεκ Φάντρονκ και στη συνέχεια των Ζλάτκο Τσαϊκόφσκι και Φέρεντς Πούσκας, ενώ δύο φορές χρειάστηκε να προσφέρει τις υπηρεσίες του και ως πρώτος. Η αρχή έγινε το 1977 για δύο αγωνιστικές (3η-4η), καθώς και για 11 αγωνιστικές (24η-34η) πριν το τέλος της περιόδου 1978-79, όταν αντικατέστησε στην τεχνική ηγεσία του συλλόγου τον Πούσκας, για να διατηρήσει την ομάδα στην κορυφή, κάτι που τελικά επετεύχθη, ενώ παράλληλα έφτασε και στον τελικό του κυπέλλου. Κατά περιόδους εργάστηκε και στα τμήματα υποδομών της ΑΕΚ, ενώ για αρκετά χρόνια υπήρξε ο Διευθυντής των τμημάτων αυτών, θέση από την οποία αποχώρησε το 2013, όταν και αντικαταστάθηκε από τον Άκη Ζήκο.
Το 1979, μετά τη θητεία του στην ΑΕΚ, ανέλαβε προπονητής του Ατρόμητου Αθηνών, με τον οποίο εξασφάλισε τον τίτλο στη Β’ Εθνική, ενώ στα τέλη της περιόδου 1979-80 κάθισε για πρώτη φορά στον πάγκο του Αιγάλεω στη Β΄ Εθνική, διατηρώντας το στην κατηγορία. Την επόμενη χρονιά (1980-81), διεκδίκησε με το «Σίτι» την άνοδο στην Α’ Εθνική, την οποία όμως δεν εξασφάλισε τελικά, καθώς ηττήθηκε από τη Ρόδο του Μιχάλη Μπέλλη σε αγώνα μπαράζ, στο γήπεδο του Ηρακλείου Κρήτης, με 1-0 στην παράταση (Ιούνιος 1981). Την περίοδο 1981-82 ο Σταματιάδης ήταν προπονητής στον Διαγόρα Ρόδου, αλλά το καλοκαίρι του 1982 επέστρεψε στο Αιγάλεω. Η ομάδα των δυτικών προαστίων κατέκτησε το τελευταίο πρωτάθλημα Νότου (1982-83) και προβιβάστηκε στην Α’ Εθνική. Εργάσθηκε επίσης στους συλλόγους της Ρόδου, των Τρικάλων, της Λαμίας, της Αναγέννησης Καρδίτσας, της Χαλκίδας και του Αχαρναϊκού.
Υπήρξε επίσης ο προπονητής της εθνικής Ελπίδων επί μία εξαετία (1986-1992), την οποία το 1988 οδήγησε στον τελικό του ευρωπαϊκού πρωταθλήματος Ελπίδων, εναντίον της Γαλλίας.
Η ανακοίνωση της ΠΑΕ ΑΕΚ
«Η μεγάλη οικογένεια της ΑΕΚ θρηνεί σήμερα την απώλεια του Ανδρέα Σταματιάδη. Ένας από τους μεγαλύτερους ποδοσφαιριστές της ιστορίας μας, ένας άνθρωπος που υπηρέτησε την ΑΕΚ από κάθε πόστο και ήταν πάντα παρών στα κελεύσματα του συλλόγου, πέρασε στην αιωνιότητα σήμερα τα ξημερώματα σε ηλικία 89 ετών.
Η ΠΑΕ ΑΕΚ και προσωπικά ο ιδιοκτήτης της κ. Μάριος Ηλιόπουλος εκφράζουν την βαθιά τους οδύνη και συμμετέχουν ολόψυχα στο πένθος της οικογένειας του Ανδρέα Σταματιάδη και όλης της ΑΕΚ.
Ο Ανδρέας Σταματιάδης ήταν μία από τις πιο διαχρονικές μορφές στην ιστορία του συλλόγου, με προσφορά ως ποδοσφαιριστής, για σχεδόν δύο δεκαετίες, αλλά και ως προπονητής στην πρώτη ομάδα, ενώ θήτευσε σε επιτελικές θέσεις και στα τμήματα υποδομών.
Γεννήθηκε στις 16 Αυγούστου 1935 και μεγάλωσε στα Πετράλωνα σε οικογένεια ξεριζωμένων προσφύγων της Μικράς Ασίας. Οταν στα 15 του υπέγραψε δελτίο στον σύλλογο Σπάρτα Πετραλώνων, αυτό ακυρώθηκε για τυπικούς λόγους και αμέσως μετά ο πατέρας του Δημήτρης τον πήγε στην ΑΕΚ.
Από εκεί και μετά, άρχισε να γράφει τη δική του ιστορία, με συγκομιδή 488 επίσημους αγώνες με 138 και επίσης μεγάλο αριθμό αγώνων και τερμάτων σε φιλικά και τουρνουά που είχαν πολύ μεγάλη αίγλη εκείνες τις εποχές. Με την ΑΕΚ πανηγύρισε δύο πρωταθλήματα (1963, 1968) και τρία κύπελλα Ελλάδος (1956, 1964, 1966), ενώ φόρεσε 8 φορές τη φανέλα της Εθνικής Ανδρών.
Κρέμασε τα παπούτσια του το 1969 και σχεδόν αμέσως άρχισε μια λαμπρή προπονητική καριέρα, ενώ δεν έπαψε ποτέ να αγαπά την ΑΕΚ και να είναι στη διάθεσή της. Επέστρεψε σε αυτή ως συνεργάτης του Φράντισεκ Φάντρονκ και έμεινε δίπλα του τρία χρόνια, ενώ συνέχισε ως συνεργάτης και των Τσαϊκόφσκι και Πούσκας. Χρειάστηκε μάλιστα να αντικαταστήσει τον τελευταίο στις αρχές του 1979 και να οδηγήσει την ΑΕΚ σε έναν τίτλο που φαινόταν χαμένος έντεκα αγωνιστικές πριν το τέλος του πρωταθλήματος.
Εργάστηκε σε πολλές ομάδες με σημαντικές επιτυχίες, όμως η κορυφαία προπονητική στιγμή του ήταν η συμμετοχή με την Εθνική Ελπίδων στον τελικό του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος 1988, στον οποίο η Ελλάδα ηττήθηκε σε διπλό τελικό από την πανίσχυρη Γαλλία (0-0, 0-3).
Το 1992 ανέλαβε επικεφαλής των Ακαδημιών της ΑΕΚ και στα χρόνια που ακολούθησαν υπηρέτησε την ομάδα από πολλά πόστα σε διάφορες διοικήσεις, είτε ως επικεφαλής των Ακαδημιών είτε στο τμήμα scouting.
Αφήνει πίσω του δύο γιους, τον Δημήτρη και τον Κώστα, και παίρνει μαζί του την αγάπη και το σεβασμό του κόσμου της ΑΕΚ και όλων των Ελλήνων φιλάθλων που θα θυμούνται έναν αθλητή με ήθος και ευγένεια, ένα πραγματικό κόσμημα για τον μοναδικό σύλλογο που υπηρέτησε και λάτρεψε σε όλη του τη ζωή».